13

Click here to load reader

αποαναπτυξη

Embed Size (px)

DESCRIPTION

third way economy

Citation preview

Page 1: αποαναπτυξη

Eπίμετρο

Από τη βιώσιμη ανάπτυξη στο κίνημα της απο-ανάπτυξης

Τις τελευταίες δεκαετίες η βιώσιμη ανάπτυξη αποτέλεσε ένα βασικόπρόταγμα στο σχεδιασμό πολιτικής σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Ηέννοια εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1970 στο πλαίσιο ενός προ-βληματισμού που είχε αναπτυχθεί σε κύκλους σχεδιαστών πολιτι-κής και οικολογικών οργανώσεων για τις αρνητικές επιδράσεις τηςανάπτυξης στο περιβάλλον. Σε κάποιον βαθμό η ιδέα της βιώσιμηςανάπτυξης ήρθε ως μια απάντηση σε ριζοσπαστικές εκδοχές του πε-ριβαλλοντικού κινήματος, οι οποίες ζητούσαν να τεθούν όρια στηνανάπτυξη και επιδίωκαν τη λήψη μέτρων που θα απαντούσαν δρα-στικά στην οικολογική υποβάθμιση. Σ’ αυτή τη λογική η βιώσιμη ανά-πτυξη αποτέλεσε ένα αναλυτικό εργαλείο που προσπάθησε να συν-δέσει οικολογικά και κοινωνικοοικονομικά προβλήματα και νασυμφιλιώσει την αναπτυξιακή στρατηγική με την περιβαλλοντικήπροστασία, ως πρακτικές που υπό προϋποθέσεις μπορούσαν να λει-τουργήσουν συμπληρωματικά (Baker, Kousis, Richardson & Young2000: 2, Gidding, Hopwood & O’ Brien 2002: 187, Castro 2004: 195-196, Ηopwood, Mellor, O’ Brien 2005: 38-39).

Η βιώσιμη ανάπτυξη πολιτογραφήθηκε ως όρος από τα Ηνω-μένα Έθνη στη δεκαετία του 1980, από η Διεθνής Οργάνωση γιατην προστασία της φύσης και των φυσικών πηγών, σε σχετική έκθεσήτης (World Conservation Strategy) για τις στρατηγικές διατήρησηςτων φυσικών πόρων και της ενέργειας στον πλανήτη (Baker, Kousis,Richardson & Young 2000: 2). Η έννοια απέκτησε ευρύτερη δημοτι-κότητα όταν χρησιμοποιήθηκε στα Ηνωμένα Έθνη από την Παγκό-σμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη σε κείμενο που

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 245

format
Highlight
Page 2: αποαναπτυξη

για τη βιώσιμη ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών βασίζονταν σε μιακεντρική ιδέα, σύμφωνα με την οποία η οικονομική ανάπτυξη μέσωτης ελεύθερης αγοράς θα οδηγούσε στη μείωση των προβλημάτωντης φτώχειας, των ανισοτήτων και της περιβαλλοντικής υποβάθμι-σης. Ωστόσο, στην πράξη επρόκειτο για συνταγή που δεν λειτούρ-γησε, καθώς στα επόμενα χρόνια τα προβλήματα αυτά συνέχιζαννα απασχολούν με αυξανόμενη ένταση τις κοινωνίες των αναπτυγ-μένων και αναπτυσσόμενων χωρών.

Στη δεκαετία του 2000 το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης απο-τέλεσε κυρίαρχο διακύβευμα, συνδεδεμένο όχι μόνο με περιβαλ-λοντικά ζητήματα αλλά και με ευρύτερες κοινωνικές, οικονομικές καιπολιτικές διεργασίες. Η βιώσιμη ανάπτυξη παρέμενε ένας πολύσημοςκαι διαμφισβητούμενος όρος, που συνδεόταν με μια ποικιλία εννοι-ολογήσεων και πρακτικών εφαρμογών (Baker, Kousis, Richardson& Young 2000, Castro 2004: 195-196, Williams & Millington 2004,Ηopwood, Mellor, O’ Brien 2005). Το μοντέλο της βιώσιμης ανά-πτυξης που χρησιμοποιήθηκε από τους διεθνείς οργανισμούς και στα-διακά κυριάρχησε στη διεθνή σκηνή συνέδεε τα προβλήματα τηςπεριβαλλοντικής υποβάθμισης και της φτώχειας με την ατελή εν-σωμάτωση των χωρών της περιφέρειας στο καπιταλιστικό σύστημακαι την αναποτελεσματική λειτουργία των μηχανισμών της αγοράςστις χώρες αυτές. Το μοντέλο προσαρμοζόταν στη φιλελεύθερη αρχήτης ανάγκης για μακροχρόνια συσσώρευση κεφαλαίου, προσεγγί-ζοντας τη βιωσιμότητα περισσότερο με όρους οικονομικούς παρά οι-κολογικούς. Αναμφίβολα, οι αναπτυξιακοί σχεδιασμοί όφειλαν ναλαμβάνουν υπόψη την ανάγκη της προστασίας του περιβάλλοντος,αλλά με τρόπο ώστε να μη θέτουν εμπόδια στην απρόσκοπτη λει-τουργία της αγοράς.

Το μοντέλο της βιώσιμης ανάπτυξης από τα πάνω έχει γίνει αν-τικείμενο πολύπλευρης κριτικής. Από τη σκοπιά περιβαλλοντολόγωνμαρξιστών υποστηρίζεται ότι η συσσώρευση κέρδους που χαρακτη-ρίζει το καπιταλιστικό σύστημα είναι ασύμβατη με την περιβαλλοντική

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 247

έγινε γνωστό και ως η έκθεση του Brundland, από το όνομα του προ-έδρου της επιτροπής. Η έκθεση προσπάθησε να ενοποιήσει περι-βαλλοντικές πολιτικές και αναπτυξιακές στρατηγικές και να απαν-τήσεισταπροβλήματατηςφτώχειαςκαιτηςπεριβαλλοντικήςυποβάθμισηςστις χώρες της περιφέρειας. Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούσε μια επι-θυμητή μορφή ανάπτυξης που θα ανταποκρινόταν στις σημερινέςανάγκες της ανθρωπότητας, χωρίς να υποσκάπτει το μέλλων τωνεπερχόμενων γενιών. Για την επίτευξη αυτού του στόχου ήταν απα-ραίτητη η διάχυση νέων μορφών τεχνογνωσίας και πρακτικών φιλι-κών προς το περιβάλλον, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες κοινωνίες,η πρόσβαση των κοινοτήτων τους στις αγορές και η ελεύθερη δια-κίνηση του κεφαλαίου (World Commission on Environment and De-velopment 1987: 8, 43, πρβλ. Castro 2004: 197).

Στη δεκαετία του 1990 τo ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης είχευψηλή προτεραιότητα στις πολιτικές διεθνών οργανισμών όπως ηΔιεθνής Τράπεζα και τα Ηνωμένα Έθνη. Η Παγκόσμια Τράπεζα υιο-θέτησε την άποψη ότι η ελεύθερη αγορά μπορούσε να βελτιώσειτην παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα, να ενθαρρύνει με-θόδους παραγωγής που θα προστάτευαν το περιβάλλον και να λά-βει μέτρα για τη συμμετοχή των πολιτών στα αναπτυξιακά προγράμ-ματα, προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης.

Η υλοποίηση της βιώσιμης ανάπτυξης προϋπέθετε μια σειρά απόνέες πρακτικές, όπως η εκπαίδευση των πολιτών των αναπτυσσό-μενων χωρών για να αποκτήσουν γνώσεις, τεχνολογία και πρόσβασηστα νέα αναπτυξιακά προγράμματα, η φιλελευθεροποίηση του εμ-πορίου, η ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους των προϊόν-των (συνδεδεμένου με την παραγωγή, την ανακύκλωση και τη διά-θεσή τους με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε κοινωνίας) στιςτιμές των προϊόντων και η καλλιέργεια οικολογικής συνείδησης (Uni-ted Nations Conference on Environment and Development 1992: ενό-τητες 2.3 & 30.3).

Σύμφωνα με τον Castro (2004: 197, 199), οι προσεγγίσεις και οι

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ246

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 246

format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
Page 3: αποαναπτυξη

μότητας, της παραγωγικότητας, του ωφελιμισμού και του κατανα-λωτισμού (Ferguson 1990).

Στο πλαίσιο αυτών των θεωριών έχει υποστηριχτεί η στροφή προςνέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης, που επικεντρώνονται στo το-πικό και αναπτύσσονται με γνώμονα την ιδιαίτερη κουλτούρα, τηνταυτότητα και τις συνθήκες της ιστορικής αλλαγής της κάθε κοινω-νίας (Norgaard 1994, Escobar 1995). Αντί για ένα ολιστικό πλάνο κοι-νωνικής και οικονομικής οργάνωσης, οι προσεγγίσεις αυτές στρέ-φονται στην ανάπτυξη των ποικίλων τοπικών υποσυστημάτων τουπλανήτη, που διαμορφώνονται γύρω από διακριτούς τύπους οικο-συστημάτων και μορφών κοινωνικής οργάνωσης (Norgaard 1994, Es-cobar 1995).

Στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης οι τοπικές κουλτούρες μπο-ρούν ορίσουν πάλι την κοινωνική και οικονομική τους παραγωγή, εν-σωματώνοντας δημιουργικά παγκόσμια φαινόμενα και μακροσκο-πικές διαδικασίες με τρόπο ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες καιτις κοσμοθεωρήσεις τους. Πρόκειται για τη σύνθετη διαδικασία τηςglobalization (Robertson 1994, Giulianotti & Robertson 2007: 168),που διευκολύνει την ανάπτυξη μορφών υβριδικών πρακτικών οικο-νομίας στις οποίες συναρθρώνονται παραδοσιακά και νεωτερικά, το-πικά και παγκόσμια στοιχεία μέσα από τις σύνθετες αλληλοδράσειςκαι τα δίκτυα συναλλαγών και ανταλλαγών του τοπικού στο παγ-κοσμιοποιημένο οικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Τα κράτη,οι διεθνείς θεσμοί και οργανισμοί οφείλουν να διευκολύνουν τις ε-πιλογές των κοινοτήτων, παρέχοντας τεχνογνωσία και υποστηρι-κτικές υπηρεσίες για να διαμορφώσουν δικά τους πλάνα ανάπτυξηςπου είναι συμβατά με τα οικοσυστήματά τους.

Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας η κριτική του μοντέλου τηςβιώσιμης ανάπτυξης έχει ενισχυθεί. Σήμερα, ολοένα και περισσότεροαυξάνονται οι φωνές εκείνων που θεωρούν ότι η επιδίωξη της οικο-νομικής ανάπτυξης μέσα από τη συνεχή διόγκωση της παραγωγήςκαι κατανάλωσης έρχεται συγκρούεται με την κοινή λογική και τους

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 249

βιωσιμότητα. Η χρήση τεχνικών μέσων, όπως η επιβολή πράσινωνφόρων και η προώθηση μιας οικολογικής κουλτούρας (π.χ. ανακύ-κλωση) για την επίτευξη της βιωσιμότητας δεν απαντά στην ουσίατου προβλήματος που συνδέεται με τις καπιταλιστικές σχέσεις πα-ραγωγής και την ανάγκη του συστήματος για εντατική εκμετάλλευσητων φυσικών πόρων (Gibson-Graham, Resnicks & Wolff 2001). Ορι-σμένοι προτείνουν την οικοδόμηση εναλλακτικών οικολογικά βιώ-σιμων κοινοτήτων, οι οποίες θα μπορούν να συνδέσουν την οικολο-γία με την οικονομία, και την καλλιέργεια οικολογικής συνείδησηςστους πολίτες με στρατηγικές τυ ριζικού μετασχηματισμού της κοι-νωνίας (Left 1995, Gibson-Graham, Resnicks, Wolff 2001).

Οι μαρξιστικές προσεγγίσεις, παρά τις κριτικές τους παρατηρή-σεις, δεν φαίνεται να έχουν διαμορφώσει μια λεπτομερή ατζένταπεριβαλλοντικής πολιτικής για την προοπτική της βιώσιμης ανά-πτυξης. Όπως έχει επισημάνει ο Castro (2004: 219), η μαρξιστική σκέψηδεν έχει κατορθώσει να εξηγήσει επαρκώς πως η αλλαγή των σχέσεωνπαραγωγής θα διαμορφώσει μια βιώσιμη κοινωνία με περιβαλλον-τική προστασία και οικολογική ισορροπία, στην οποία οι πολίτες θαασκούν έλεγχο στις νέες μορφές εξουσίας που θα δημιουργηθούν.

Σε μια άλλη κατεύθυνση, μεταδομικές προσεγγίσεις επηρεασμέ-νες από τις θέσεις του Φουκώ για τις σχέσεις εξουσίας-γνώσης υπο-στηρίζουν ότι οι θεωρίες περί ανάπτυξης, ακόμη και στην εκδοχήτης βιώσιμης ανάπτυξης, έχουν ως σκοπό να παράγουν ένα πειθή-νιο σώμα μέσα από λόγους που συγκροτούν τους φτωχούς και υπα-νάπτυκτους πληθυσμούς ως αντικείμενα της ανάπτυξης και χρησι-μοποιούν την εξουσία του κράτους ως μέσο για μια ελεγχόμενηοικονομική ανάπτυξη αυτών των κοινωνιών (Castro 2004: 206-207).Έτσι, νέοι υπερεθνικοί οργανισμοί και θεσμοί διαμορφώνουν και συγ-κροτούν θεσμούς για την ανάπτυξη, οι οποίοι χρησιμοποιούν ιδιαί-τερους τύπους λόγου και τεχνολογίες πρακτικών οι οποίες επηρεά-ζουν τις ζωές των υποκειμένων και τους ωθούν σε σχέδια ζωής πουυπαγορεύονται από τις συστημικές λογικές της οικονομικής χρησι-

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ248

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 248

format
Highlight
format
Highlight
Page 4: αποαναπτυξη

βερνήσεις των αναπτυγμένων χωρών. Οι υποστηρικτές του κινήμα-τος της απο-ανάπτυξης προέρχονται από διαφορετικούς φιλοσοφι-κούς και πνευματικούς κύκλους, στο πλαίσιο των οποίων συναν-τάμε έναν συγκερασμό λόγων και στρατηγικών όπου διασταυρώνεταιη οικολογία με ζητήματα πολιτισμικών και κοινωνικών αξιών, όπωςη δημοκρατία και η ισότητα.1 Η έννοια της απο-ανάπτυξης πρωτο-εμφανίστηκε στη Γαλλία (decroissance, degrowth στα Αγγλικά) ωςτίτλος ενός βιβλίου που περιλάμβανε μια συλλογή εργασιών τουεπιφανούς οικονομολόγου Nicholas Georgescu-Roegen (1971) γιατην εντροπία, την οικολογία και την κοινωνία.2

Ο Georgescu-Roegen (1971) άσκησε κριτική στην κυρίαρχη οι-κονομική σκέψη (Gencer-Βaykan 2007: 514, Fournier 2008: 531,Latouche 2010: 519), λόγω της υιοθέτησης μιας μηχανιστικής αντί-ληψης για την ανάπτυξη που παραβλέπει τις αρχές της εντροπίαςγια τη ανάγκη της διατήρηση της ενέργειας στο φυσικό περιβάλ-λον, και η οποία δεν εμποδίζει την αλόγιστη χρήση των φυσικώνπηγών της γης (Fournier 2008: 531). Χρησιμοποιώντας κείμενα τουΑριστοτέλη για την οικονομία, o Georgescu-Roegen προσπάθησενα ορίσει εκ νέου τη σημασία της οικονομίας ως «μια τέχνη του ευζειν», στην οποία τα αγαθά έχουν μια αξία χρήσης που είναι ηθικάανώτερη από τη εργαλειακή ανταλλακτική αξία του εμπορεύματος(Gattaneo-Gavalda 2010: 581).

Η συζήτηση που προκάλεσαν οι απόψεις του Georgescu-Roegenεπηρέασε κύκλους της οικολογίας και των κοινωνικών κινημάτων,αρχικά στη Γαλλία και στη συνέχεια και σε άλλες ευρωπαϊκές χώ-ρες, όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Αγγλία. Στη Γαλλία το κίνημασυγκροτήθηκε γύρω από μικρές οργανώσεις, όπως η La Linga d’ Hori-zon και το Network of Growth Objector for After Development, οιοποίες επεξεργάστηκαν σχέδια για τη διαμόρφωση εναλλακτικώνμορφών οικονομίας σε τοπικό επίπεδο. Στην δεκαετία του 1990 το ζή-τημα της διαμόρφωσης εναλλακτικών μοντέλων κοινωνικής οργά-νωσης στη λογική της απο-ανάπτυξης φιλοξενήθηκαν σε τέσσερα

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 251

πεπερασμένους φυσικούς πόρους της γης. Όπως έχει επισημάνει οGencer Baykan (2007: 513), οι σύγχρονες κοινωνίες δείχνουν νακατευθύνονται σε έναν τοίχο με τα μάτια κλειστά υιοθετώντας ανα-πτυξιακά μοντέλα χωρίς βιώσιμο χαρακτήρα, με οδυνηρές συνέ-πειες στο περιβάλλον και τις ανθρώπινες σχέσεις. Η βιώσιμη ανά-πτυξη υπήρξε, σύμφωνα με τον οικονομολόγο καθηγητή SergeLatouche, μια τελευταία προσπάθεια της κυρίαρχης οικονομικής σκέ-ψης για την αλλαγή των αρνητικών συνεπειών της οικονομικής ανά-πτυξης και την ορθολογική ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής πο-λιτικής στη λογική του οικονομισμού και της μετρήσιμης οικονομικήςανάπτυξης (βλ. Gencer Baykan 1999: 503).

Ωστόσο, η συμφιλίωση ανάμεσα στην τεχνολογία και την οικο-λογία, την οικονομική ανάπτυξη και τις οικολογικές αξίες αποδεί-χτηκε στην πράξη μετέωρη. Οι πολιτικές της βιώσιμης ανάπτυξης,με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών φιλικών στο περιβάλλον, δενέχουν επιτύχει να περιορίσουν την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της οικο-νομίας, τις καταναλωτικές πρακτικές και τις αρνητικές επιπτώσειςστο περιβάλλον. Η αποτυχία του μοντέλου της βιώσιμης ανάπτυξηςαπό τα πάνω και οι ασάφειες και αμφισημίες στον εννοιολογικό τηςπροσδιορισμό οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων αιτημάτων και προ-βληματισμών στους χώρους της οικολογίας και των κοινωνικών κινη-μάτων και σε στροφή προς την αναζήτηση εναλλακτικών παραδειγ-μάτων μετα-ανάπτυξης, τα οποία να συνδυάζουν την περιβαλλοντικήπολιτική με τις αρχές της δημοκρατίας, της συμμετοχής και της κοι-νωνικής δικαιοσύνης.

ΗΗ ααπποο--ααννάάππττυυξξηη ωωςς ααππάάννττηησσηη σσττηη σσύύγγχχρροοννηη κκρρίίσσηη

Η ιδέα της απο-ανάπτυξης αναδύθηκε ως απάντηση στην πολύπλευρηπεριβαλλοντική, κοινωνική, πολιτική και οικονομική κρίση και στηνιδεολογία και τις πρακτικές ανάπτυξης που έχουν υιοθετήσει οι κυ-

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ250

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 250

format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
Page 5: αποαναπτυξη

ως μια απάντηση στις συνθήκες αλλοτρίωσης του μοντερνισμούκαι της παγκοσμιοποίησης (Gencer Βaykan 2007: 517). Οι φωνέςαυτές ασκούν κριτική τόσο στις περιβαλλοντικές παρενέργειες τηςλειτουργίας της ελεύθερης οικονομίας όσο και στα κοινωνικά συ-στήματα που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια του 20ού αιώνα και βα-σίστηκαν στον κεντρικό κρατικό σχεδιασμό, διότι δεν μπόρεσαν ναοικοδομήσουν τις κοινωνίες της συλλογικής και ατομικής ευημε-ρίας που επαγγέλθηκαν. Oι υποστηρικτές αυτών των απόψεων επι-διώκουν αλλαγές που θα περιορίζονται στην τοπική κλίμακα, με τηδιαμόρφωση εναλλακτικών οικολογικών κοινοτήτων στις παρυφέςτου καπιταλιστικού συστήματος και την άσκηση πίεσης προς τιςκυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς να αναλάβουν μέτρα υπε-ράσπισης του περιβάλλοντος και περιορισμού της ανάπτυξης (Kal-lis 2011: 875).

Μια βασική κριτική που υιοθετούν οι υποστηρικτές του κινήμα-τος είναι ότι στις αναπτυγμένες χώρες η κυρίαρχη ιδεολογία προ-βάλει την ανάπτυξη ως αυταξία, έναν απώτερο σκοπό της κοινω-νίας, που τείνει να αποικιοποιήσει τη συλλογική φαντασία. Πρόκειταιγια ένα φαινόμενο που ο Latouche (2005) ονομάζει «τυραννία τηςανάπτυξης». Ο αγώνας για υλική ευημερία σε ατομικό και εθνικόεπίπεδο οδηγεί σε έναν φετιχισμό της ανάπτυξης, που έχει βαθιέςδομικές (πολιτικοοικονομικές και πολιτισμικές) αιτίες, τόσο στομακρο-επίπεδο των θεσμών της οικονομίας, της ιδιοκτησίας και τηςεργασίας, όσο και στο μικρο-επίπεδο των υποκειμενικών ωφελιμι-στικών αξιών και σημασιών (Κallis 2010: 877, πρβλ. Castoriadis 1985).

Το κίνημα προτείνει τη «διαφυγή από την οικονομία» της ελεύ-θερης αγοράς και την πολιτισμική αποδέσμευση από ένα σύστημαπου μεταφράζει τα πάντα σε μια ανταλλακτική αξία, σε ένα πλαίσιομιας πραγμοποιημένης υλικής πραγματικότητας που συγκροτούν υπο-κείμενα-καταναλωτές που επιλέγουν με γνώμονα το ατομικό-οικο-νομικό τους συμφέρον (Fournier 2008: 529). Αυτή η διαφυγή συνο-δεύεται από την απόρριψη της μηχανιστικής διάδοσης των μοντέλων

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 253

γαλλικά περιοδικά (Casseur de Pub, French edition of Ecologist, LaDe-croissance, Silence), τα οποία πρόβαλαν τους προβληματισμούς επι-στημόνων, ερευνητών και ακτιβιστών του κινήματος στην ευρύτερηκοινωνία.3 Στην επόμενη δεκαετία διαμορφώθηκαν οι όροι για τηνπολιτική έκφραση του κινήματος. Η συμμετοχή μελών του στις το-πικές και εθνικές εκλογές ως ανεξάρτητων υποψηφίων, με κεντρικόσύνθημα «μειώστε την παραγωγή και την κατανάλωση για να μοι-ραστούμε δίκαια τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας του πλανήτη μας»,ήταν το πρώτο βήμα για να ακολουθήσει η ίδρυση του κόμματοςτης απο-ανάπτυξης (Gencer-Βaykan 2007: 514).

Τo κίνημα στηρίχτηκε από ακτιβιστές, διανοούμενους, οικολό-γους, ερευνητές και κοινωνικούς επιστήμονες που εξέφραζαν μιαευρεία γκάμα πολιτικών και ιδεολογικών προσανατολισμών. Στιςπιο ριζοσπαστικές του εκδοχές προάγεται ένας λόγος που αμφισβη-τεί όχι μόνο τα θέσφατα της αναπτυξιακής στρατηγικής αλλά καιτην αποτελεσματικότητα των στρατηγικών της πράσινης ανάπτυξης,οι οποίες έχουν υψηλό κόστος εφαρμογής και δεν καταπολεμούνριζικά τις καταναλωτικές αντιλήψεις και πρακτικές. Γι’ αυτούς τοβασικό διακύβευμα είναι η αναζήτηση ενός σταθερού και βιώσιμου«μεταβολισμού» της κοινωνίας, με στόχο μια ανθρώπινη ευημερία πουδεν ταυτίζεται με τον υλικό πλούτο αλλά με την ισότητα, την κοι-νωνική δικαιοσύνη και την απλότητα στις ανθρώπινες σχέσεις (Kal-lis 2011: 879). Οι υποστηριχτές αυτών των θέσεων χρησιμοποιούν μιαπλατφόρμα ιδεών στις οποίες συναντάται η ριζοσπαστική οικολο-γία με τον μαρξισμό. Συγκεκριμένα, ασκούν κριτική στις καπιταλι-στικές σχέσεις παραγωγής και στην κουλτούρα του καταναλωτι-σμού και αναζητούν εναλλακτικά μοντέλα ανάπτυξης σε κοινοτικόεπίπεδο, ως εφαλτήρια για τη διεκδίκηση ευρύτερων ριζικών κοινω-νικών, οικονομικών και πολιτισμικών αλλαγών.

Οι ιδέες του κινήματος έχουν υποστηριχτεί και από συντηρητι-κούς κύκλους που βλέπουν στην ιδέα της επανα-τοπικοποίησης τηςοικονομίας και της επιστροφής στην κοινότητα ή την εθνική κλίμακα

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ252

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 252

format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
Page 6: αποαναπτυξη

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 255

του δυτικού κόσμου στις χώρες του νότου και της εντεινόμε νης εξάρ-τησης της τεχνολογίας, της πολιτικής και των εκπαιδευτικών συ-στημάτων από τα οικονομικά συμφέροντα, ως πρακτικές που ενι-σχύουν τα περιβαλλοντικά αδιέξοδα και διαβρώνουν τις αν θρώπινεςσχέσεις (Schneider, Kallis, Martinez-Alier 2010: 511).

Η οικολογική κρίση είναι αποτέλεσμα της ιδεολογίας της ανά-πτυξης που καταστρέφει την κοινωνία και τα οικοσυστήματα καιδημιουργεί ανισότητες. Σύμφωνα με τη διακήρυξη του ΠαγκόσμιουΣυνεδρίου για την Απο-ανάπτυξη του 2008, η οικονομική ανάπτυξημε όρους αύξησης της παραγωγής και της κατανάλωσης και τουΑΕΠ οδηγεί αναπόφευκτα στη αυξημένη χρήση της γης, των υλικώνκαι της ενέργειας, στην αύξηση των αποβλήτων και των ρύπων, στηνενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και της φτώχειας, και στην πε-ριβαλλοντική επιβάρυνση των φτωχών και υπανάπτυκτων χωρών απότην αυξημένη χρήση της ενέργειας εκ μέρους των πλουσίων κρα-τών (Degrowth Declaration of the Paris 2008 Conference 2010: 523).H διακήρυξη έθετε με δραματικούς τόνους το ζήτημα της βιωσιμό-τητας και των αδιεξόδων της αναπτυξιακής πολιτικής:

Aν δεν ανταποκριθούμε σ’ αυτήν την κατάσταση οδηγώντας την παγ-κόσμια οικονομική δραστηριότητα στο πλαίσιο των ικανοτήτων τωνοικοσυστημάτων μας, αναδιανέμοντας τον πλούτο και το εισόδημαπαγκοσμίως, ώστε να ανταποκριθεί στις κοινωνικές ανάγκες, το απο-τέλεσμα θα είναι μια διαδικασία ακούσιας και ανεξέλεγκτης οικο-νομικής παρακμής ή κατάρρευσης, με δυνητικά σοβαρές κοινωνι-κές συνέπειες, ιδιαίτερα στου μη προνομιούχους (Degrowth declarationof the Paris 2008 Conference 2010: 523).

Κατά έναν δραματικό τρόπο οι προβλέψεις της διακήρυξης επι-βεβαιώθηκαν στα επόμενα χρόνια, με την κρίση του δημόσιου χρέ-ους και των χρηματοπιστωτικών αγορών στις HΠA, την Iρλανδία, τηνΕλλάδα και στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Η κρίση αυτή καθιστάορισμένες από τις ιδέες του κινήματος επίκαιρες, όπως την ανάγκη

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ254

για την πολιτικοποίηση της οικονομίας και την έξοδο από τη λο-γική της μετρήσιμης παραγωγικότητας μέσα από τεχνοκρατικούς δεί-κτες. Η ιδεολογία της απο-ανάπτυξης δεν σημαίνει μια συνολικήάρνηση της ανάπτυξης, αλλά μάλλον μια αλλαγή στις προτεραιό -τητες της κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής. Το κίνημα επα-ναδιατυπώνει σύγχρονα αιτήματα θέτοντας μια σειρά ερωτημάτωνπου αφορούν στη φύση και τη διανομή του πλούτου και τις κατα-στροφικές συνέπειες που μπορεί να έχει η αλόγιστη ανάπτυξη όχιμόνο στο περιβάλλον αλλά και σε άλλα κοινωνικά αγαθά, όπως ηδι καιοσύνη, η ισότητα, η δημοκρατία, η ποιότητα ζωής και οι κοι-νωνικές σχέσεις (Fournier 2008: 531-532).

Σύμφωνα με τη διακήρυξη του συνέδριου του 2008 για την από-ανάπτυξη, η τελευταία ορίζεται ως μια εθελούσια μετάβαση προςμια δίκαιη, συμμετοχική και οικολογικά βιώσιμη κοινωνία, που συνα -ντά τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, ενισχύει την ποιότητα ζωής, μει-ώνει τις οικολογικές επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομίας σε βιώ-σιμα επίπεδα επιμερίζοντάς την ισότιμα στα διάφορα κράτη, καιαντιμετωπίζει τα προβλήματα της φτώχειας και των ανισοτήτων. Ηδιακήρυξη τονίζει τη σημασία της ανάληψης συλλογικής δράσης, τηςαπελευθέρωσης ελεύθερου χρόνου, της κοινοτικής συμβίωσης, τουσεβασμού της πολιτισμικής διαφοράς και της αποδέσμευσης απότην κυριαρχία του υλικού πολιτισμού (Degrowth Declaration of theParis 2008 Conference, 2010: 524).

Η βιώσιμη απο-ανάπτυξη συνιστά μια οικολογική-οικονομική προ-σέγγιση που απορρίπτει τις μονοδιάστατες οικονομοκεντρικές λο-γικές που υποστηρίζουν τη με κάθε μέσο διόγκωση του ΑΕΠ και τηνπίστη πως οι κοινωνίες μπορούν να παράγουν και να καταναλώ-νουν ολοένα και περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες χωρίς επιπτώ-σεις στην κοινωνική συμβίωση και στο περιβάλλον. Στον αντίποδααυτών των αντιλήψεων, η απο-ανάπτυξη αποδέχεται μορφές ανά-πτυξης που βασίζονται σε κοινωνικά κριτήρια, που αφορούν τηνκάλυψη των πραγματικών αναγκών του ανθρώπου και εμφορούν-

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 254

format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
Page 7: αποαναπτυξη

των ωρών εργασίας4 και την απελευθέρωση προσωπικού, οικογε-νειακού και κοινωνικού χρόνου. Η διασφάλιση ενός ελάχιστου επι-πέδου οικονομικής ασφάλειας και παροχής υπηρεσιών υγείας (αντί-στοιχο με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα) για τους πολίτες καιπολιτικές εργασίας που συμβάλλουν στην ένταξη στην αγορά εργα-σίας ευάλωτων ομάδων συνιστούν βασικά αιτήματα για μια περιε-κτική κοινωνία που εντάσσει και δεν αποκλείει τα μέλη της. Για τηνεξασφάλιση κονδυλίων για τη διαμόρφωση βιώσιμων οικισμών καιτη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων κοινωνικής οικονομίας και προ-γραμμάτων υγείας και εκπαίδευσης προτείνονται πολιτικές αναδια-νεμητικής φορολογίας και αυστηροί φορολογικοί έλεγχοι στη διακί-νηση του κεφαλαίου διεθνώς, και ιδιαίτερα στις χώρες των «φορολογικώνπαραδείσων» (Κallis 2010: 876).

Παράλληλα με τις διεκδικητικές πολιτικές, το κίνημα της απο-ανά-πτυξης έχει υιοθετήσει μια ευρεία γκάμα εναλλακτικών πρακτικώνκαι προτάσεων, που περιλαμβάνουν τη δημιουργία οικο-χωριών καιοικο-περιφερειών, μορφές οργανωμένης συγκατοίκησης, καταλήψειςκαι αναπλάσεις δημόσιων κτιρίων, αυτοσυντηρούμενες μορφές ορ-γανικής γεωργικής και κτηνοτροφικής καλλιέργειας, συστήματα εναλ-λακτικής ανταλλαγής προϊόντων και πρακτικές κοινωνικής οικονο-μίας (Fotopoulos 2009). Μέσα από νέους τύπους κοινωνικήςαλ ληλόδρασης και εναλλακτικών μορφών εργασίας, όπως είναι τατοπικά δίκτυα ανταλλαγών, οι πρακτικές ανταλλαγής εργασίας νοι-κοκυριών, οι μορφές εργασίας που βασίζονται στην αυτο-α πασχόλησηκαι τον εθελοντισμό, αναζητείται ο επανέλεγχος από τους παραγω-γούς των προϊόντων της εργασίας μακριά από τη λογική της κερδο-φορίας και της μισθωτής εργασίας και η διαμόρφωση νέων κοινωνι-κών σημασιών για την εργασία, τον ελεύθερο χρόνο, τη διαχείρισητων φυσικών πόρων και την ευημερία (Fournier 2008: 534).

Για την εφαρμογή των ιδεών της απο-ανάπτυξης απαιτείται η συν-δρομή μιας νέας επιστημονικής γνώσης, που είναι προσανατολισμένηστις κοινωνικές ανάγκες και αξιοποιεί εναλλακτικές προσεγγίσεις και

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 257

ται από τις κοινωνικές και ουμανιστικές αξίες και δημοκρατικές επι-λογές (Latouche 2009, Kallis 2011). Για παράδειγμα, υποστηρίζει τημείωση και τη σταδιακή σταθεροποίηση των μορφών ενέργειας πουμια κοινωνία διαχειρίζεται, μετασχηματίζει και διανέμει για να κα-ταναλωθούν και στη συνέχεια να επιστρέψουν στη γη με τη μορφήτων αποβλήτων (Kallis 2011: 874). Κεντρικές ιδέες του προτάγμα-τος της απο-ανάπτυξης συνιστούν η επανατοπικοποίηση της παρα-γωγής, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, η κοινωνική ευημερία, ο οι-κοσχεδιασμός και ο επανέλεγχος της κοινωνικής ζωής από τους ίδιουςτους πολίτες.

Οι πολιτικές για την απο-ανάπτυξη είναι ακόμη κατακερματισμένεςκαι ποικίλες. Ένας σημαντικός πυλώνας αυτών των πολιτικών έχει ωςεπίκεντρο κοινωνικές και περιβαλλοντικές αλλαγές, μέσα από έναπνεύμα αλληλεγγύης σε τοπικό επίπεδο (βλ. σχετικά στην επόμενηενότητα). Οι αλλαγές στο τοπικό συνήθως συνδέονται με ένα πλαί-σιο ευρύτερων διεκδικήσεων και κοινωνικών, οικολογικών και πολι-τισμικών αλλαγών, με στόχο την κοινωνική ευημερία και την περι-βαλλοντική βιωσιμότητα. Οι πολιτικές της απο-ανάπτυξης ασκούνπίεση στις κυβερνήσεις των χωρών και στους διεθνείς οργανισμούςγια να αλ λάξουν τις προτεραιότητες της πολιτικής τους υιοθετών-τας πρακτικές που ενισχύουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βελ-τιώνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες (υγείας και εκπαίδευσης) και τηνποιότητα ζωής των πολιτών και διαμορφώνουν δίκτυα κοινωνικήςσυμμετοχής και αλληλόδρασης σε ευρύχωρες πλατείες με πράσινο,παιδικές χαρές, θεατρικούς ή κινηματογραφικούς χώρους και λαϊκέςαγορές (Κallis 2010: 875).

Η δημιουργική χρήση του χρόνου και η αποδέσμευση από τιςκαταπιεστικές συνθήκες της τυποποιημένης εργασίας αποτελούν άλλοσημαντικά διακυβεύματα της απο-ανάπτυξης. Σ’ αυτή τη λογική έχουνπροταθεί εναλλακτικές μορφές διαχείρισης του ελεύθερου και του ερ-γασιακού χρόνου, οι οποίες επαναφέρουν παλαιότερα αιτήματα θε-ωρητικών της μετα-ανάπτυξης, όπως ο Gorz (1994), για τη μείωση

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ256

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 256

format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
format
Highlight
Page 8: αποαναπτυξη

πορικά συνάφια στη Γερμανία και τον αγγλοσαξωνικές χώρες στονMεσαίωνα. Οι πρακτικές αυτές ενέπνευσαν ορισμένους ουτοπιστέςσοσιαλιστές, χριστιανούς σοσιαλιστές και φιλελεύθερους διανοού-μενους που από διαφορετική σκοπιά ενσωμάτωσαν στα κείμενά τουςαιτήματα διαμόρφωσης συνεργατικών δομών αλληλεγγύης από τακάτω.

Aπό τη δεκαετία του 1970 στις δυτικές χώρες τα μοντέλα κοι-νωνικής οικονομίας προσπάθησαν να απαντήσουν στην κρίση τηςμαζικής παραγωγής και στη γραφειοκρατική λειτουργία του κράτουςπρόνοιας, προάγοντας την επιστροφή στην τοπική κλίμακα. Το σλόγ-καν small is beautiful αντανακλούσε μια ιδεολογία που αναζητούσεμέσα από τη δημιουργία μια βιώσιμης τοπικής οικονομίας γύρω απόσυνεταιριστικές οργανώσεις και υπηρεσίες για κοινωνικούς σκοπούςνα δημιουργήσει νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Οι πειραμα-τισμοί της κοινωνικής οικονομίας συνεχίστηκαν και στις επόμενες δε-καετίες, ως μια απάντηση στην ιδεολογία του ατομικισμού και τις αρ-χές του νεοφιλελευθερισμού, και εκφράστηκαν με μια σειρά απόπρακτικές και δράσεις που βασιζόταν στις αρχές της αμοιβαιότηταςκαι της αναδιανομής και στην ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγ-κών και των κοινωνικών σκοπών (Μοulaert-Ailenei 2005: 2041-202).

Οι ιδέες της κοινωνικής οικονομίας (Μοulaert-Ailenei 2005, Luk -karinen 2005, Kay 2007) σταδιακά ενσωματώθηκαν στις πρακτικέςτων παγκόσμιων οικονομικών οργανισμών, σε μια συντηρητική λο-γική που προσπαθούσε να απαντήσει στα προβλήματα των ευάλω-των κοινωνικών ομάδων, ενσωματώνοντάς τες σε μορφές παραγω-γικής εργασίας με τρόπο ώστε να μη διασαλεύεται η κοινωνική συνοχήκαι η λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Σε μια άλλη λογική της απότα κάτω παρέμβασης, ιδέες της κοινωνικής οικονομίας, όπως η συγ-κρότηση ανθρωποκεντρικών οργανώσεων για την κάλυψη των αν-θρώπινων αναγκών με συμμετοχικές πρακτικές που δίνουν φωνή στουςπολίτες και προάγουν τη δημοκρατία, αξιοποιήθηκαν από εναλλα-κτικά κινήματα, όπως αυτό της απο-ανάπτυξης.

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 259

διαφορετικά αναλυτικά εργαλεία για την οικονομία. Η αξιολόγησητων επιτευγμάτων της οικονομίας μπορεί να γίνει μέσα από «ποι-οτικούς» δείκτες, που μετρούν, για παράδειγμα, τις εκπομπές του διο-ξειδίου του άνθρακα σε κάθε κοινωνία, το ποσοστό γης που αστι-κοποιείται, τον δείκτη των κατά κεφαλή αποβλήτων, τα χιλιόμετραπου χρειάζονται για τη διακίνηση των προϊόντων από την πηγή στηκατανάλωση, τα επίπεδα φτώχειας, την ισότητα και ευημερία ανάάτομο (Κallis 2011: 876). Τέτοιες μεθοδολογίες μπορούν να εφαρ-μοστούν στην μικροκλίμακα του τοπικού, σε εναλλακτικά προγράμ-ματα και δράσεις, και να επεκταθούν στη συνέχεια σε ευρύτερα κοι-νωνικά πλαίσια.

ΑΑπποο--ααννάάππττυυξξηη κκααιι εεππααννααττοοππιικκοοπποοίίηησσηη ττηηςς οοιικκοοννοοµµίίααςς::

ηη σσττρροοφφήή σσττηηνν κκοοιιννόόττηητταα

Το όραμα ενός εναλλακτικού βιώσιμου μέλλοντος περνάει από τηστροφή σε πρωτοβουλίες που προάγουν οικονομίες μικρής και με-σαίας κλίμακας παραγωγής και κατανάλωσης, οι οποίες εξασφαλί-ζουν, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, την οικολογική ισορρο-πία και βιωσιμότητα, την ανθρώπινη ευημερία και την ισότητα σετοπικό και παγκόσμιο επίπεδο (Schneider, Kallis & Martinez-Alier2010: 512). Ο χώρος της κοινότητας και του τοπικού αποτελεί γιατο κίνημα της απο-ανάπτυξης βασικό πεδίο δοκιμασίας νέων πρω-τοβουλιών και πειραματισμών.

Οι ιδέες της ανάπτυξης εναλλακτικών μοντέλων κοινωνικής οι-κονομίας που είναι βασισμένες στις σχέσεις αλληλεγγύης σε τοπικόεπίπεδο έχουν μακρά ιστορία. Σύμφωνα με τους Moulaert και Ailenei(2005: 2038) μορφές κοινωνικής οικονομίας εντοπίζονται στις αρχαίεςκοινωνίες, στις συνεργατικές πρακτικές των Αιγυπτίων, στο «συλ-λογικό» ταμείο για την τελετουργική οργάνωση νεκρώσιμων ακο-λου θιών, στα κολλέγια των μαστόρων στη αρχαία Ρώμη και στα εμ-

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ258

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 258

format
Highlight
format
Highlight
Page 9: αποαναπτυξη

γία τοπικών συνεταιριστικών μονάδων μέχρι την κυκλοφορία τοπι-κού συμπληρωματικού νομίσματος, είναι δυνατόν να ενισχυθεί ηαυτονομία των κοινοτήτων, η αυτοδιαχείριση του πλούτου τους καιη δημοκρατική αποκέντρωση οικονομικών θεσμών και υπηρεσιών(Τrainer 2008, Kallis 2010: 876). Τέτοιες εναλλακτικές οικονομικέςπρακτικές υπηρετούν ριζικά διαφορετικές κοινωνικές σημασίες γιατη ζωή και τον άνθρωπο, στην κατεύθυνση του οικο-τοπισμού (eco-localism), ενός ιδεολογικού ρεύματος που αντιτίθεται στα παγκο-σμιοποιημένα μοντέλα της βιώσιμης ανάπτυξης και στον αντίποδάτους προσπαθεί να διαμορφώσει εναλλακτικές αξίες και οραματι-σμούς που είναι σταθερά προσηλωμένοι στον ρόλο της κοινότητας,του χώρου και της κοινωνίας, υποστηρίζοντας ότι η περιβαλλον-τική βιωσιμότητα απαιτεί μικρής κλίμακας τοπικές ή περιφερειακέςαυτάρκεις οικονομίες (Curtis 2003: 98).

Η λογική αυτών των εναλλακτικών κοινοτικών πρακτικών δια-χωρίζει το δικαίωμα για μισθό από το δικαίωμα στην καθημερινήμισθωτή εργασία, και τη δημιουργική απασχόληση ή εργασία απότη μισθωτή εργασία, και δίνουν έμφαση στις κοινωνικές και σχεσια-κές πραγματικότητες της κοινότητας και όχι στις ατομοκεντρικές πρα-κτικές (Boulet 2010: 31). Σε επίπεδο οικονομίας, στρέφονται προς τιςοικολογικές μορφές διαχείρισης της αγροτικής καλλιέργειας καιστις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Genger Baykan 2007: 514). Σύμ-φωνα με τον Ted Trainer, ένα από τους σκαπανείς του κινήματοςτου απλούστερου δρόμου (simpler way), η στροφή στις μικρές καισε κάποιον βαθμό αυτάρκεις και αυτοδιαχειριζόμενες τοπικές οικο-νομίες είναι ένα αναγκαίο μέσο για τη περιβαλλοντική βιωσιμότητακαι την αντιμετώπιση της οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινω-νικής κρίσης που βιώνουν οι σύγχρονες κοι νωνίες. Οι αλλαγές αυτέςμπορούν να αποτελέσουν το εφαλτήριο για ευρύτερες κοινωνικές με-ταβολές, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και ο μετασχηματισμόςπόλεων και συνοικιών προς την κατεύθυνση των αυτοδιαχειριζόμε-νων «οικο-χωριών» και «οικο-πόλεων». O Trai ner απορρίπτει τη χρήση

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 261

Σήμερα, στην εποχή της παγκόσμιας οικονομικής χρηματοπι-στωτική κρίσης η αναζωπύρωση του λόγου για την κοινωνική οικο-νομία και τις συλλογικές δράσεις και οργανώσεις που εξυπηρετούντις κοινωνικές ανάγκες έρχονται να απαντήσουν στην υποβάθμισητης τοπικής απασχόλησης και την οικολογική περιθωριοποίηση. Έχειαποδειχθεί ότι οι τοπικές δομές απασχόλησης αλλοιώνονται λόγωτης ελεύθερης μετακίνησης του κεφαλαίου και της διακοπής λει-τουργίας τοπικών μονάδων και επιχειρήσεων (Boulet 2003: 29). Πα-ράλληλα, η μετάλλαξη των τοπικών οικοσυστημάτων μέσω της εν-τατικοποίησης της παραγωγής και της οικολογικής αποσύνθεσης τουτοπικού οδηγεί στην οικολογική περιθωριοποίηση (Kousi 1998: 96).

Η στροφή στην κοινότητα σε καταστάσεις κρίσεις (Κuecker, Mul-ligan & Nadarajah 2011) και η αναζήτηση νέων μορφών οικονομι-κής οργάνωσης του τοπικού έχει σημαντική θέση στον λόγο εναλ-λακτικών κοινωνικών κινημάτων που επιδιώκουν μια ανάπτυξη απότα κάτω που είναι συμβατή με τις οικονομικές και πολιτισμικές καιπεριβαλλοντικές ιδιαιτερότητες του τοπικού και αντιστέκεται στα κυ-ρίαρχα μοντέλα κοινοτικής ανάπτυξης. Όπως έχει επισημάνει ο Boulet(2010), τα σύγχρονα μοντέλα κοινοτικής ανάπτυξης που επιβάλλονταιαπό τις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις επιδιώκουν να διαμορφώσουντις δομές, την κουλτούρα και τις πρακτικές του δυτικού κόσμου στιςκοινότητες της περιφέρειας και να προετοιμάσουν τους πολίτες τωντοπικών κοινωνιών να ενταχθούν σε μια ανταγωνιστική και κατα-ναλωτική κοινωνία. Το μοντέλο της κοινοτικής ανάπτυξης λειτουρ-γεί ως ένας μηχανισμός προσαρμογής στην κοινωνία της ελεύθερηςαγοράς που υπονομεύει τις κοινωνικές και οικολογικές σταθερές τωντοπικών κοινωνιών και τις αρχές της βιώσιμης κοινωνίας.

Κατά τους υποστηρικτές του κινήματος της απο-ανάπτυξης οι πο-λιτικές ενδυνάμωσης των τοπικών οικονομιών περνούν από την επα-νατοπικοποίηση της οικονομίας και τη δραστική αντιμετώπιση τηςαπώλειας ενέργειας εξαιτίας της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων.Αξιοποιώντας πολιτικές που μπορεί να ποικίλουν από τη δημιουρ-

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ260

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 260

format
Highlight
format
Highlight
Page 10: αποαναπτυξη

κές αξίες και στην πίστη στη συλλογική ιδιοκτησία και δράση. Μόνοη επίτευξη στην πράξη της κριτικής σκέψης και συνειδητοποίησηςμπορεί να διαμορφώσει τους όρους για ευρύτερες αλλαγές στο πε-δίο των νοοτροπιών. Πράγματι, το όραμα του κινήματος των οικο-χωριών αφορά πρωτίστως την πολιτισμική αλλαγή, το οποίο δια-μορφώνεται στο εργαστήρι των τοπικών κοινωνιών, καθώς οι άνθρωποισχεδιάζουν και οργανώνουν το μέλλον και τις συνθήκες διαβίωσήςτους (Τrainer 2006).

Ιδέες όπως αυτές του Τrainer και άλλων υποστηρικτών των θε-ωριών της απο-ανάπτυξης και της μετα-ανάπτυξης, όπως οι Illich καιLatouche, υιοθετήθηκαν από ομάδες ακτιβιστών. Σε διάφορες πε-ριοχές του πλανήτη δημιουργήθηκαν συνεταιριστικές οργανώσεις,δίκτυα πόλεων και πρωτοβουλίες πολιτών που προσπάθησαν ναοργανώσουν εναλλακτικά δίκτυα κοινωνικής οικονομίας και οργά-νωσης από τα κάτω (Boulet 2003). Ένα από τα πιο χαρακτηριστικάπαραδείγματα είναι το ημιαυτόνομο, μικρής κλίμακας, συλλογικό, οι-κονομικό σύστημα που έχει δημιουργηθεί στα κοινωνικά κέντρατου Κan Pasqual και του Can Masde στους λόφους Collserola, κοντάστην Βαρκελώνη. Η κατά κεφαλή νομισματική, ενεργειακή και υλικήχρήση στις κοινότητες αυτές είναι πολύ μικρότερη σε σχέση με τηνπεριβάλλουσα πόλη, προσεγγίζοντας επίπεδα κατανάλωσης προ-βιομηχανικών κοινωνιών, και η κοινωνική συμβίωση βασίζεται στησυνεταιριστική παραγωγή και την οικιακή εργασία, και όχι στη μι-σθωτή εργασία και την ατομική ιδιοκτησία (Schneider, Kallis, Mar-tinez-Alier 2010: 515, Cattaneo & Gavaldá 2010).

Πρόκειται για ένα μοντέλο αυτοδιαχείρισης και συνεργασίαςπου δίνει έμφαση στην αυτάρκεια και την αμοιβαία βοήθεια και σε δί-κτυα κοινωνικής αλληλόδρασης τοπικών συνεργασιών παραγωγώνκαι κατανωλωτών, λαϊκών αγορών κ.λπ. (Cattaneo & Gavaldá 2010:588). Το πείραμα στις Collserola δείχνει την επιθυμία, σε ατομικόκαι συλλογικό επίπεδο, για έναν νέο καταμερισμό του χρόνου με στόχοτην ικανοποίηση των αναγκών μέσα από συλλογικές διαδικασίες

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 263

τεχνικών μέσων φιλικών προς το περιβάλλον για την οικονομική ανά-πτυξη και υποστηρίζει τη υιοθέτηση ενός απλούστερου δρόμου, στονοποίο μπορούμε να ζήσουμε με μεγαλύτερη λιτότητα και αυτάρκεια,σε μικρές τοπικές οικονομίες, που λειτουργούν με συνεργατική καισυμμετοχική λογική, υπό τον έλεγχο της κοινωνίας και όχι των δυ-νάμεων της ελεύθερης αγοράς (Trainer 2006).

Για να γίνουν αυτές οι αλλαγές απαιτούνται πρωτοβουλίες απότοπικές ομάδες, οι οποίες να ιχνηλατούν τις δικές τους μεθόδουςγια να αποκτήσουν τον έλεγχο της οικονομίας του χώρου τους. Οινέες μορφές τοπικής οικονομίας μπορούν να υπάρξουν μόνο αν ταάτομα κινητοποιηθούν με βάση την επιθυμία τους να κάνουν δρά-σουν συλλογικά. Μέσα από οργανωτικές δομές, όπως οι επιτροπέςκαι πρωτοβουλίες πολιτών, μπορεί να αναπτυχθεί η αίσθηση της εν-δυνάμωσης, ο κολλεκτιβισμός, η συλλογική δράση, η φιλία, η ασφά-λεια και η συναδελφικότητα.

Ο Trainer (2006) είναι επιφυλακτικός έναντι των μορφών κοι-νωνικής οικονομίας που επιβάλλονται από τα πάνω από τις γραφει-οκρατικές δομές και τα κρατικά προγράμματα, και υποστηρίζει ότιοι εναλλακτικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης μπορούν να δημι-ουργηθούν μόνο από πρωτοβουλίες ευαίσθητων και ενημερωμένωνπολιτών που ανοίγουν δρόμο για αλλαγή και συμμετοχικές πρακτι-κές κοινωνικής οικονομίας. Για την διάδοση τέτοιων ιδεών και δεξιο-τήτων αξιοποιούνται πρακτικές βιωματικής εκπαίδευσης και έρευνεςδράσης μέσα από από ειδικά προγράμματα, στα οποία συνεργάζον-ται ακτιβιστές, ερευνητές, ευαισθητοποιημένοι πολίτες και επιστή-μονες.

Ασφαλώς η λύση των οικο-χωριών που προτείνουν ορισμένοι υπο-στηρικτές της απο-ανάπτυξης, όπως ο Trainer, δεν μπορεί να έχει ση-μαντική επιρροή στην κυριαρχία του κεφαλαίου και της ελεύθερηςαγοράς. Όπως όμως επισημαίνει ο ίδιος, είναι ένας τρόπος για να δια-βρωθούν από τα μέσα οι κυρίαρχες αντιλήψεις, να οικοδομηθούνμικρές εναλλακτικές κοινότητες που θα βασίζονται στις ουμανιστι-

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ262

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 262

format
Highlight
Page 11: αποαναπτυξη

τα άτομα ικανά να αντισταθούν στα κελεύσματα στις φιλελεύθερηςκυριαρχίας και να δημιουργήσουν εναλλακτικές πρακτικές ανθρώ-πινης συμβίωσης. Στο πλαίσιο αυτού του δικτύου ενθαρρύνονται κοι-νωνικές πρακτικές μιας οικονομίας αλληλεγγύης, όπως η δενδρο-φύτευση, η ανακύκλωση, η ποδηλατοδρομία, οι δράσεις κοινωνικήςοικονομίας και οι λαϊκές αγορές. Σύμφωνα με τον Latouche (2007),τέτοιες δικτυώσεις μπορούν να εξακτινωθούν σε παγκόσμιο επί-πεδο σε πόλεις κάτω των 60.000 κατοίκων, οικοδομώντας εναλλα-κτικές βιο-περιφέρειες που θα συμβάλλουν στην προστασία της πο-λιτισμικής διαφορετικότητας.

Στην Ιταλία διαμορφώθηκαν και άλλες ενδιαφέρουσες τοπικέςπρωτοβουλίες. Tο 1986 γεννήθηκε στη Ρώμη το κίνημα του αργούφαγητού (Slow Food Movement), ως απάντηση των τοπικών κοι-νωνιών στη ραγδαία διάδοση της πρακτικής των fast foods και τουτυποποιημένου φαγητού, που είχε συνδεθεί με τη βιομηχανική αγρο-τοκαλλιέργεια μεγάλης κλίμακας (Pietrykowski 2004). Bασικός σκο-πός του κινήματος είναι η προστασία του δικαιώματος της γεύσης καιτου παραδοσιακού φαγητού και η υπεράσπιση των ποικίλων δια-τροφικών πρακτικών και των κοινωνικών συμφραζομένων (κοινω-νική μέθεξη, συλλογική οινοποσία, παρέα, συντροφικότητα, συλλο-γικότητα).

Το κίνημα υπερασπίζεται την πρακτική της οικολογικής καλ-λιέργειας ως ένα μέσο για την αναζωογόνηση των τοπικών οικονο-μιών και παράλληλα προσπαθεί να αναδείξει την πολιτισμική ταυ-τότητα του κάθε τόπου, όπως αυτή εκφράζεται μέσω της παραγωγήςκαι κατανάλωσης παραδοσιακών τοπικών προϊόντων. Σ’ αυτή την κα-τεύθυνση τονίζεται η η σημασία του συνδυασμού της χρήσης των το-πικών φυσικών παραγόντων (γη, μικροκλίμα, νερό, πηγές, βλάστηση,πηγές) με παραδοσιακές μορφές καλλιέργειας στη συγκρότηση τηςδιατροφικής κουλτούρας και ταυτότητας της κάθε αγροτικής περιο-χής (Pertini 2001: 8, Mayer & Knox 2006: 326).

Εκτιμάται ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 το κίνημα

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 265

και επιλογές. Σ’ αυτό το πλαίσιο δεν έχει θέση η εντατική εργασιακήαπασχόληση που συνιστά σπατάλη χρόνου αλλά η ελεύθερη συναι-νετική συλλογική διαχείριση που αποτελεί βασικό όρο για τη δια-μόρφωση εναλλακτικών μορφών οργάνωσης, απαλλαγμένων απόοποιασδήποτε μορφής ιεραρχίας, είτε από τα πάνω είτε από τα κάτω.Σύμφωνα με τους Cattaneo και Gavaldá (2010: 588), δύο ενεργάμέλη στις κοινότητας, η απο-ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι ο απώτε-ρος σκοπός αλλά το μέσο για τη μετάβαση σε νέες μορφές κοινωνι-κής και πολιτικής οργάνωσης, στις οποίες η αυτονομία, η ελευθερίααπό τη μισθωτή εργασία και οι συλλογικές αποφάσεις θα αποτε-λούν βασικές αρχές της κοινωνικής συμβίωσης.

Μια άλλη σημαντική πρωτοβουλία είναι το νέο δίκτυο δήμων στηνΙταλία (Νew Municipium Network), ένας «συνεταιρισμός πόλεων»ο οποίος προωθεί καινοτόμες πρακτικές τοπικής αυτοδιοίκησης πουσυνδυάζουν εναλλακτικές πρακτικές διοίκησης, επιστημονικά work-shops, τοπικά κοινωνικά κινήματα και οργανώσεις συμμετοχικήςδημοκρατίας (Μagnachi 2005). Το δίκτυο λειτουργεί με την πρωτο-βουλία ερευνητών, μελών κοινωνικών κινημάτων και ευαισθητο-ποιημένων πολιτών, οι οποίοι προέρχονται κυρίως από μικρούς δή-μους, και σε ορισμένες περιπτώσεις από μεγαλύτερες περιφέρειες,όπως το Μιλάνο και η Τοσκάνη. Όσοι συμμετέχοντες συνδέονται απόμια κοινή παραδοχή, που αφορά το αδιέξοδο των πολιτικών της α -νάπτυξης και τη σημασία που μπορεί να έχει το τοπικό στη δημι-ουρ γία νέων μορφών αλληλόδρασης ανάμεσα στα δρώντα υποκεί-μενα, το φυσικό περιβάλλον και τη πολιτιστική κληρονομιά, και σεένα κίνημα παγκοσμιοποίησης από τα κάτω (Μagnachi 2005, Latouche2007).

To δίκτυο ενθαρρύνει τη συνειδητή και υπεύθυνη αυτονομία καιαπορρίπτει τις ετεροκατευθυνόμενες στρατηγικές που υιοθετούνταιστο πλαίσιο στις παγκόσμιας αγοράς. Μέσα από ένα δίκτυο οριζόν-τιων και αλληλέγγυων σχέσεων έχουν καλλιεργηθεί πρακτικές συμ-μετοχικής δημοκρατίας και ενδυνάμωσης που στοχεύουν να κάνουν

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ264

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 264

Page 12: αποαναπτυξη

εργασίας και της τοπικής ανταλλαγής είναι τα LEΤS. Πρόκειται γιασυστήματα τοπικών ανταλλαγών υπηρεσιών και προϊόντων (LocalExchange Trading Systems), ή σε άλλες τους εκδοχές συστήματατοπικής ενέργειας (ή οικονομίας) και ανταλλαγής προϊόντων και υπη-ρεσιών (Local Energy [or Econmic] Τrade Systems). Τα δίκτυα αυτάλειτουργούν σε πολλές περιοχές του κόσμου, όπως η Αυστραλία, τοΕκουαδόρ, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βα σίλειο, η Γαλλία,η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ουγγαρία και η Ιρλανδία, διαμορφώνον-τας μικρούς πυλώνες οικονομιών αλληλεγγύ ης εκτός των ορίωντου κράτους και της αγοράς. Τα τελευταία χρόνια τέτοια συστήματαέχουν μεταφυτευθεί και στην Ελλάδα, όπου έχουν α ναπτυχθεί εν-διαφέροντα τοπικά δίκτυα. Η ιδέα της ανταλλαγής έχει μακρόχρονηπαράδοση στην ελληνική κοινωνία, αφού σε αγροτικές κυρίως πε-ριοχές τα νοικοκυριά συνήθιζαν μέσα από την πρακτική των «δα-νεικών» να συλλέγουν από κοινού τα προϊόντα τους αξιοποιώνταςτην προσφορά εργασίας άλλων νοικοκυριών της περιοχής. Η αντα-πόδοση της προσφοράς γινόταν με την αντίστοιχη παροχή βοή-θειας σε άλλο χρονικό διάστημα, στη βάση μιας εξισωτικής κουλ-τούρας αλληλεγγύης που δεν ήταν διαμεσολαβημένη από το χρήμα.

Τα μέλη που εμπλέκονται σ’ αυτά τα δίκτυα ανταλλάσουν προ-ϊόντα, υπηρεσίες και γνώσεις στον τοπικό χώρο, εκτός του συστή-ματος της εκχρηματισμένης οικονομίας και της λογική της κερδο-φορίας. Στο σύστημα αυτό ο καθένας δηλώνει ό,τι μπορεί να προσφέρεικαι τι έχει ανάγκη και η ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών γίνε-ται με βάση τις ανάγκες και τις προσφορές των μελών. Τέτοιες πρα-κτικές προάγουν στην πράξη έναν εναλλακτικό τρόπο σκέψης για τιςαξίες της ανθρώπινης δημιουργικής εργασίας και απασχόλησης (Bou-let 2010: 30) που υπερβαίνει τις αντιλήψεις της πραγμοποιημένηςκαι αλλοτριωμένης εργασίας στην καπιταλιστική κοινωνία.

Τα πολλά καλά και ενδιαφέροντα παραδείγματα πρωτοβουλιώναπό τα κάτω, προσανατολισμένα στην αρχή της απο-ανάπτυξης,

ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 267

άρχισε να εξαπλώνεται, αρχικά σε όλη την Ιταλία, όπου στα μέσατης δεκαετίας του 2000 είχαν δημιουργηθεί 360 τοπικοί συνεταιρι-σμοί, και στη συνέχεια σε άλλες περιοχές του κόσμου, όπως η Γερ-μανία και οι ΗΠΑ, με 53 και 140 τοπικά δίκτυα αντίστοιχα (Mayer2006: 326). Σύμφωνα με τον Pietrykowski (2004: 318), μέσα από τησυγκρότηση δικτύων κοινωνικών σχέσεων και δεσμών αλληλεγγύηςπαραγωγών και καταναλωτών μπορεί να μετασχηματιστεί ένα πο-λιτισμικό κεφάλαιο που είναι συνδεδεμένο με το γούστο για το φα-γητό και τις κοινωνικές πρακτικές που το συνοδεύουν σε ένα κοι-νωνικό κεφάλαιο βιώσιμων και αμοιβαία επωφελών κοινωνικώνδι κτύων τα οποία στηρίζουν μια βιώσιμη οικονομία και αντιστέκον-ται στις καταναλωτικές πρακτικές της σύγχρονης κοινωνίας καιστη μαζική παραγωγή φαγητού.

Το κίνημα του αργού φαγητού ενέπνευσε τη δημιουργία και τουκινήματος των αργών πόλεων (Τhe Slow City Movement). To κίνη -μα εμφανίστηκε το 1999 από τους δημάρχους τριών πόλεων στην Ιτα-λία, και αργότερα ακολούθησαν το παράδειγμα περισσότερες από40 πόλεις στην Ιταλία, τη Νορβηγία και τη Μεγάλη Βρετανία. Η συμ-μετοχή στα δίκτυα αυτών των πόλεων προϋποθέτει την αποδοχή μιαςσειράς κριτηρίων που συμβάλλουν στη δημιουργία βιώσιμων καιανθρώπινων πόλεων. Οι πόλεις αυτές δεν επιτρέπεται να έχουν πλη-θυσμό μεγαλύτερο των 50.000 κατοίκων, οφείλουν να υιοθετούνπεριβαλλοντικές πολιτικές, να αναπτύσσουν αστικούς σχεδιασμούςπου σέβονται την ιστορική και πολιτισμική ταυτότητα της πόληςκαι να υποστηρίζουν τα τοπικά προϊόντα, τον συμποσιασμό και τηφιλοξενία. Οι πόλεις αυτές υιοθετούν από κοινού ορισμένες βασι-κές αρχές βιωσιμότητας, όπως ο συστηματικός έλεγχος της περι-βαλλοντικής μόλυνσης και ηχορύπανσης, η χρήση ανανεώσιμωνπηγών ενέργειας και η διατήρηση του περιβαλλοντικού κεφαλαίουτους (Mayer & Knox 2006: 3267).

Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα εναλλακτικών πρωτοβου -λιών που βασίζονται στην κουλτούρα της συλλογικής κοινοτικής

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ266

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 266

format
Highlight
Page 13: αποαναπτυξη

συνιστούν νέες κοινωνικές προκλήσεις. Αναμφίβολα, παρόμοιες ιδέεςκαι πρακτικές συναντούν ισχυρές αντιστάσεις σε μια κοινωνία όπουη κυρίαρχη οικονομική σκέψη παραμένει προσηλωμένη στη πίστη τηςάκρατης ανάπτυξης και της αφθονίας (Trainer 2006), αντιμετωπί-ζοντας κάθε εναλλακτική πρόταση ως γραφική, ανεπίκαιρη και ανε-δαφική.

Το μέλλον του κινήματος της απο-ανάπτυξης θα κριθεί από τοντρόπο με τον οποίο θα απαντήσει σε μια σειρά από προβλήματα τουκαιρού μας. Το κίνημα οφείλει να εξηγήσει με πειστικό τρόπο πώςμπορεί να οργανωθεί με βιώσιμο τρόπο μια μετα-καπιταλιστική κοι-νωνία που αμφισβητεί την ιδεολογία και την πρακτική της ανάπτυ-ξης και πώς τα «καλά» παραδείγματα κοινωνικής οικονομίας θαμπορέσουν να εμπνεύσουν και να μεταλαμπαδεύσουν ριζικές αλλα-γές σε μεγάλης κλίμακας κοινωνίες. Η σύνδεση των πρακτικών τηςκοινοτικής ανάπτυξης ή απο-ανάπτυξης με ευρύτερες μακροσκοπι-κές διαδικασίες στο παγκόσμιο σύστημα, και οι όροι αλλά και οι προ-κλήσεις που αρθρώνονται γύρω από αυτήν, ίσως αποτελούν το κλειδίγια να διαβάσουμε και να αναστοχαστούμε για το μέλλον αυτώντων ετεροτοπιών σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.

KOI NO T I K H E PΓA Σ I A K A I TOΠ I K E Σ KOI N Ω N I E Σ268

07-Zaimakis NEW: 1 9/26/11 4:35 PM 268