18
ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ Θ.Ε.: ΕΛΠ 11 – ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ 2 η Εργασία ΘΕΜΑ: Βυζάντιο και Χριστιανισμός: η δυναμική της θρησκείας στον καθορισμό της φυσιογνωμίας της αυτοκρατορίας και των σχέσεών της με τους λαούς της Ανατολής Τμήμα: ΑΘΗ-7 Ονοματεπώνυμο: Σοφία Μηνατσή Αρ. Μητρώου: 87203 ΣΕΠ: κα. Αιμιλία Θεμοπούλου

2_Ergasia_ELP11_Byzantio

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ

Θ.Ε.: ΕΛΠ 11 – ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

2 η Εργασία

ΘΕΜΑ: Βυζάντιο και Χριστιανισμός: η δυναμική της θρησκείας στον καθορισμό της φυσιογνωμίας της αυτοκρατορίας και των σχέσεών της με τους λαούς της Ανατολής

Τμήμα: ΑΘΗ-7Ονοματεπώνυμο: Σοφία ΜηνατσήΑρ. Μητρώου: 87203ΣΕΠ: κα. Αιμιλία Θεμοπούλου

Ακαδημαϊκό έτος

2012 – 2013

Page 2: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ..............................................................................................................................2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ....................................................................................3

1.1. Υπόβαθρο Βυζαντινής αυτοκρατορίας..........................................................................3

1.2. Βυζαντινοί Θεσμοί.........................................................................................................4

1.3. Η βυζαντινή νομοθεσία..................................................................................................6

1.4. Η βυζαντινή κοινωνία....................................................................................................7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 –ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ.......................................8

2.1. Άραβες...........................................................................................................................8

2.2. Σελτζούκοι Τούρκοι και Τουρκμάνοι............................................................................9

2.3. Οθωμανοί Τούρκοι........................................................................................................9

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΕΠΙΛΟΓΟΣ.....................................................................................10

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...................................................................................................................11

1

Page 3: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Βυζάντιο ή Βυζαντινή Αυτοκρατορία ονομάζεται το χριστιανικό κράτος της

ελληνορωμαϊκής Ανατολής που αναδύθηκε μέσα από το Ρωμαϊκό κράτος και χρονολογείται

από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης το 324 έως την άλωσή της από τους Οθωμανούς

Τούρκους το 1453. Πολιτικά και διοικητικά θεωρείται κράτος «διασταύρωσης» της Ρωμαϊκής

Αυτοκρατορίας και του ελληνικού στοιχείου, το οποίο κατόπιν μεταμορφώθηκε σ’ ένα

ελληνόφωνο χριστιανικό κράτος δημιουργώντας μια νέα εποχή, με το χριστιανισμό να

αναδεικνύεται σε κρατική θρησκεία συμβάλλοντας στη διαμόρφωση των θεσμών της νέας

αυτοκρατορίας.

Η παρούσα εργασία θα ασχοληθεί με το ρόλο που διαδραμάτισε η θρησκεία στη

διαμόρφωση του χαρακτήρα της αυτοκρατορίας καθώς και με την εξωτερική πολιτική αυτής.

Το ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 – Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ χωρίζεται σε τέσσερις υποενότητες με την κάθε μια να

πραγματεύεται αντίστοιχα το υπόβαθρο της αυτοκρατορίας, τους σημαντικότερους

βυζαντινούς θεσμούς, τη νομοθεσία και την βυζαντινή κοινωνία. Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 –

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ, το οποίο με τη σειρά του χωρίζεται σε τρεις

υποενότητες, θα παρουσιάσουμε την εξέλιξη των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων της

αυτοκρατορίας με τους γειτονικούς λαούς της Ανατολής.

2

Page 4: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 - Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

1.1. Υπόβαθρο Βυζαντινής αυτοκρατορίας

Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης έκρυβε πολυδιάστατες σκοπιμότητες καθώς

σχετιζόταν με τις θρησκευτικές και πολιτικές προσδοκίες της ελληνόφωνης Ανατολής και

συνιστούσε την έναρξη μιας οικουμενικής αυτοκρατορίας με ενιαία εξουσία και θρησκευτική

πίστη, το Χριστιανισμό1.

Η μεταφορά της πρωτεύουσας από τον Κωνσταντίνο σε έναν τόπο περήφανο για τον

αρχαίο ελληνικό πολιτισμό του, αλλά ταυτόχρονα βρισκόμενο και κάτω από την επήρεια των

ανατολικών λαών, προανήγγειλε την αλλαγή ολόκληρης της «ύπαρξης» της αυτοκρατορίας.

Στη διαμόρφωση των βυζαντινών θεσμών διακρίνουμε στοιχεία τόσο της Ρωμαϊκής

Αυτοκρατορίας, όσο και της νέας θρησκείας, του χριστιανισμού2, η οποία απέκτησε πλήρη

ελευθερία μετά το Διάταγμα των Μεδιολάνων το 3133.

Παρόλο που ο χριστιανισμός δεν βρισκόταν στο επίκεντρο των αναζητήσεων του

Κωνσταντίνου, προσπάθησε να δώσει χριστιανικό χαρακτήρα στη νέα πρωτεύουσα. Η

Εκκλησία κατέλαβε εξέχουσα θέση στη δομή της αποκαλύπτοντας ένα νέο πλαίσιο, όπου

«Εκκλησία και αυτοκρατορική εξουσία αποτελούν ισότιμους παράγοντες όσον αφορά τη

διασφάλιση του χριστιανικού πνεύματος και τη διευθέτηση των ανθρώπινων υποθέσεων»4.

Εξάλλου, μία από τις σκοπιμότητες της ίδρυσης της Κωνσταντινούπολης ήταν η

έναρξη μιας νέας ενιαίας πολιτικής εξουσίας υπό το σκήπτρο ενός μονοκράτορα και της

κοινής πίστης του χριστιανισμού. Η νέα πόλη δεν χτίστηκε πάνω στα ερείπια μιας άλλης ούτε

ήταν προϊόν στρατιωτικού κατορθώματος, αλλά το αποτέλεσμα της πολιτικής οξυδέρκειας

και έμπνευσης του Κωνσταντίνου, ο οποίος υποστήριξε ότι η ιδέα αυτή του υποβλήθηκε από

το Θεό5.

Στο πλαίσιο αυτό η θρησκεία λειτούργησε καταλυτικά, ως προς το αυτοκρατορικό

αξίωμα, την εξουσία καθώς και την εικόνα του ιδανικού αυτοκράτορα.

1 Β. Πέννα, «Βυζαντινοί Θεσμοί» στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 272 St. Runciman, Η Βυζαντινή Θεοκρατία, Δόμος, Αθήνα, 1991, σ.133 Στο ίδιο, σ. 164 Β. Πέννα, ό.π., σ. 25-265 Στο ίδιο, σ. 27

3

Page 5: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

1.2. Βυζαντινοί Θεσμοί

Το Βυζάντιο εκμεταλλευόμενο τη συνεκτική δύναμη κοινής πίστης και γλώσσας

δημιούργησε ένα «ομόδοξο» και «ομόγλωσσο» περιβάλλον και αφομοιώνοντας τις

επιδράσεις του ρωμαϊκού κόσμου και των άλλων πολιτισμικών παραδόσεων, έχτισε τη βάση

για τη γέννηση του τρίτου γνωρίσματος του βυζαντινού περιβάλλοντος, του «ομότροπου»,

δηλαδή του κοινού τρόπου πολιτείας και ζωής για το βυζαντινό άνθρωπο6. Επίσης, μέσω του

πανανθρώπινου μηνύματος του χριστιανισμού, προσέφερε οργάνωση σε πολλές χώρες που

έγιναν κοινωνοί του πολιτισμού του7.

Το πολίτευμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας ήταν η απόλυτη μοναρχία. Πολίτευμα το

οποίο θωρακίστηκε με την πίστη στη θεοπρόβλητη και θεοστήρικτη εξουσία. Ο «βασιλεύς

αυτοκράτωρ», αρχηγός και προστάτης της, είναι η ζωντανή εικόνα του Χριστού με βασιλική

εξουσία επί του συνόλου του πολιτισμένου κόσμου, και ο οικοδόμος της «ρωμαϊκής

ειρήνης».8 Ο βυζαντινός αυτοκράτορας, το επίκεντρο της πολιτικής εξουσίας, μετατράπηκε

μέσα από δοξασίες, εθιμοτυπίες και συμβολισμούς σε τοποτηρητή του Θεού9.

Η επίγεια αυτή εικόνα του Θεού, θα έπρεπε να πλησιάζει όσο το δυνατόν το πρότυπό

του. Η μίμηση του Θεού ως βάση της «φιλανθρωπίας» τον οδηγούσε να ενεργεί στα όρια του

καλύτερου δυνατού δηλαδή «κατ' οικονομίαν». Όρος ο οποίος θεωρείται βασικός στη

χριστιανική σκέψη, δηλώνοντας το μέτρο, την απόσταση που χωρίζει την «φιλανθρωπία» του

αυτοκράτορα από την τελειότητα του Θεού αλλά και το χάσμα μεταξύ στο Ρωμαίο

αυτοκράτορα και τον απάνθρωπο τύραννο10. Έτσι, η χριστιανική σκέψη ενήργησε ως ηθικός

φραγμός στο συγκεντρωτικό και απολυταρχικό χαρακτήρα της αυτοκρατορικής εξουσίας,

ασπαζόμενη σημαντικά διδάγματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου με επίκεντρο την

προστασία του ελεύθερου πολίτη11.

Κάθε ξένη απειλή, πρόσβαλε την Ουράνια Βασιλεία επί γης, την οποία

αντιπροσώπευε ο αυτοκράτορας, και υπονόμευε την ασφάλεια και τη σωτηρία των πολιτών.

Βάσει αυτού του συλλογισμού αναπτύχθηκε η πεποίθηση ότι κάθε πόλεμος είχε «αμυντικό

χαρακτήρα» καθιερώνοντας την έννοια του «δίκαιου πολέμου». Έτσι η Βυζαντινή

αυτοκρατορία μετατράπηκε σε φύλακα του ιερού, τιμωρό της αυθαιρεσίας και προστάτη της

τάξης και της ειρήνης12.

6 Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, «Γενική Εισαγωγή – Ελληνισμός και Βυζάντιο», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 107 Β. Πέννα, ό.π., σ. 298 Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, ό.π, σ. 149 Β. Πεννα, ό.π., σ. 30-3110 Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, ό.π., σ. 1911 Β. Πέννα, ό.π., σ. 3112 Β. Πέννα, ό.π., σ. 31

4

Page 6: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

Ο αυτοκράτορας, απαραίτητη προϋπόθεση ύπαρξης του βυζαντινού πολιτειακού

συστήματος, είχε ως κύριο μέλημά του την περιφρούρηση της ορθοδοξίας και την εύρυθμη

λειτουργία της Εκκλησίας, συγκαλώντας τις Οικουμενικές Συνόδους, διαιτητεύοντας στις

δογματικές διαφορές, ελέγχοντας την πλήρωση πατριαρχικών θρόνων κ.α.13.

Ταγμένος από το Θεό, φορέας κάθε εξουσίας, κρατούσε υπό τον έλεγχό του όλο τον

κρατικό μηχανισμό έχοντας την απόλυτη εξουσία. Το κήρυγμα υποταγής στον κοσμικό

άρχοντα της χριστιανικής διδασκαλίας, παρέσχε ηθική υποστήριξη στη μοναρχία. Ο

αυτοκράτορας ως εκπρόσωπος του Θεού επί της γης, ήταν ανώτερος των υπηκόων του. Παρά

ταύτα όμως, το χριστιανικό κήρυγμα της αγάπης, η υποχρέωση προστασίας στους

αδύναμους, η αντίληψη ότι ο βασιλιάς οφείλει να απονέμει δικαιοσύνη και να εξασφαλίζει

για τους υπηκόους του γαλήνη και ευημερία περιόριζαν τις απολυταρχικές τάσεις του14.

Ο αυτοκράτορας, η ύψιστη έκφραση του Βυζαντίου είναι «πιστός εν Χριστό βασιλεύς

και αυτοκράτωρ Ρωμαίων». Επίσημος τίτλος που δηλώνει σημαντικά στοιχεία της βυζαντινής

αυτοκρατορίας, την Ορθοδοξία και τη ρωμαϊκή κληρονομιά15.

Η ανάδειξη του αυτοκράτορα καταδεικνύει με τη σειρά της τη συμβολή του

χριστιανισμού στο βυζαντινό πολιτειακό σύστημα. Αυτή υπόκειντο σε κανόνες και

ακολουθούσε συγκεκριμένο τυπικό, περιλαμβάνοντας τις διαδικασίες της αναγόρευσης και

της στέψης. Η αναγόρευση αποτελούσε πολιτική πράξη, απαραίτητη για την απόκτηση του

αυτοκρατορικού αξιώματος και γινόταν οπουδήποτε (στο παλάτι, στον Ιππόδρομο)16.

Η στέψη όμως, η θρησκευτική επικύρωση της αυτοκρατορικής εξουσίας, λάμβανε

χώρα στην Αγ. Σοφία από τον Πατριάρχη, καθιστώντας τον αυτοκράτορα τοποτηρητή του

Θεού. Η σπουδαιότητα μάλιστα αυτής της θρησκευτικής επικύρωσης της αυτοκρατορικής

εξουσίας τονίζεται από την παρουσία του Πατριάρχη, ο οποίος ήδη από τον 5ο αιώνα κατείχε

πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαδικασία, τοποθετώντας το στέμμα στο κεφάλι του

αυτοκράτορα, με το λαό να αναφωνεί «άγιος».17 Η πράξη αυτή με το πέρασμα του χρόνου

πήρε όλο και μεγαλύτερη σημασία, αναγνωριζόμενη ως συστατικός παράγοντας για την

αυτοκρατορική αναγόρευση, συμβολίζοντας το δεσμό του αυτοκράτορα με το Θεό18.

Παρά την ενεργή παρουσία του στη διαδικασία της στέψης, ο Πατριάρχης ήταν

υποταγμένος στον αυτοκράτορα. Ο ρόλος του ως θεματοφύλακας της συνειδήσεως της

αυτοκρατορίας και του αυτοκράτορα, επικροτούνταν από τους πολίτες, χωρίς όμως να

13 Στο ίδιο, σ. 4014 Αικ. Χριστοφιλοπούλου, «Το βυζαντινό πολίτευμα», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 25815 Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, ό.π., σ. 1916 Β. Πέννα, ό.π., σ. 35-3617 Β. Πέννα, ό.π., σ. 36-3718 Ι. Καραγιαννόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2001, σ. 292

5

Page 7: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

τοποθετείται στο ίδιο επίπεδο με τον αυτοκράτορα, αλλά ούτε να αναμιγνύεται στην

πολιτική. Εξάλλου, ούτε ο Θεός είχε κοντά του κανέναν να περιορίζει τη δύναμη του. Έτσι με

τον ίδιο τρόπο ο επίγειος αντιπρόσωπος του Θεού θα έπρεπε να είναι και εκείνος

ανεμπόδιστος στο έργο του19.

Η επίσημη αντίληψη του ιδεώδους του ηγεμόνα, απαιτούσε από τον αυτοκράτορα

υψηλές ηθικές αρετές και αρχές αλλά και πολιτική σωφροσύνη με στόχο τη δημιουργία ενός

κλίματος εμπιστοσύνης, ασφάλειας και ευνομίας20. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ανάρρηση

κακού αυτοκράτορα θεωρούνταν θεία τιμωρία για τις ανθρώπινες αμαρτίες21.

Ο αυτοκράτορας εμφανίζονταν άγιος, και στα πορτρέτα του συνήθως απεικονιζόταν

με φωτοστέφανο ενώ το παλάτι του θεωρούταν ιερό. Οι δημόσιες εμφανίσεις του

ακολουθούσαν τελετουργία η οποία αποτελούσε αντανάκλαση της αρμονικής λειτουργίας του

σύμπαντος έχοντας το ίδιο όνομα (τάξις)22.

Επίσημη έκφραση προβολής του αυτοκρατορικού ιδεώδους, καθώς και ιδανικό μέσο

αποτύπωσης και μετάδοσης έντονου συμβολισμού και προπαγάνδας με επίκεντρο τον

αυτοκράτορα, αποτελούσε το νόμισμα. Έμφαση δίνονταν τόσο στο συμβολισμό της

αυτοκρατορικής εξουσίας όσο και της θρησκευτική αποστολής του. Για το λόγο αυτό στη μια

όψη εμφανίζονταν με αυτοκρατορική μορφή ενώ στην άλλη με θεϊκή. Απεικονίζονταν ο

αυτοκράτορας με στρατιωτική στολή κρατώντας σταυροφόρο σφαίρα (τονίζοντας τη

θρησκευτική και πολιτική του κυριαρχία πάνω στη γη), στεφανωμένος από τον Χριστό ή την

Παρθένο (υποδηλώνοντας τη θεία χάριτι), συνοδευμένος από τον αρχάγγελο, να κρατάει στο

δεξί χέρι λάβαρο και στο αριστερό σπαθί (τονίζοντας τη στρατιωτική του υπόσταση) κ.α.

Χαρακτηριστικά, στα τέλη του 7ου αιώνα η απεικόνισή του συνοδεύτηκε από την επιγραφή

«Δούλο Χριστού» αλλά και για πρώτη φορά εμφανίστηκε η μορφή του Χριστού πάνω σε

νόμισμα23.

1.3. Η βυζαντινή νομοθεσία

Η νομοθεσία υπήρξε ακόμη ένας παράγοντας που στο πλαίσιο του χριστιανισμού

περιόρισε την απόλυτη εξουσία του ηγεμόνα. Ο αυτοκράτορας ήταν η πηγή όλων των νόμων,

ωστόσο παρέμενε πάντα ανώτερος από τον επίγειο άρχοντα24. Ο αυτοκράτορας ως νομοθέτης

δε δεσμευόταν από τους νόμους, υπό την έννοια ότι μπορούσε ανά πάσα στιγμή δικαιωματικά

19 St. Runciman, ό.π., σ. 158-15920 Αικ. Χριστοφιλοπούλου, ό,π., σ. 26021 Β. Πέννα, ό.π., σ. 4522 Στο ίδιο, σ. 4623 Στο ίδιο, σ. 48-5024 Στο ίδιο, σ. 52

6

Page 8: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

να τους καταργήσει, να τους τροποποιήσει ή να κάνει καινούργιους, κυρίως με πνεύμα

επιεικές και φιλάνθρωπο, ως απεσταλμένος του Θεού, «νόμος έμψυχος»25.

Ο Ιουστινιανός προσπάθησε να κωδικοποιήσει και να εκσυγχρονίσει το ρωμαϊκό

δίκαιο διαμορφώνοντας το στο πλαίσιο του πνεύματος κοινωνικής δικαιοσύνης και μέριμνας

για τη βελτίωση της θέσης των αδυνάτων, κατά τις διδαχές του χριστιανισμού26. Πρέπει να

σημειωθεί ότι η Ιουστιάνεια νομοθεσία, («Κώδικας»,«Πανδέκες»,«Εισηγήσεις»,«Νεαρές»),

εκτός από κωδικοποίηση του ιδιωτικού δικαίου, τον καθορισμό των εξουσιών του

αυτοκράτορα κ.α. διατύπωσε και νόμους σχετικά με τα βασικά δόγματα της χριστιανικής

θρησκείας, τις εκκλησίες και τα προνόμιά τους κ.α.27.

Προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και ο Λέων Γ’ με την έκδοση της Εκλογής, η

οποία αποτέλεσε αναθεώρηση προγενέστερων νόμων προς το φιλανθρωπότερον με σκοπό

τον εκχριστιανισμό και τον εξανθρωπισμό τους28. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί, ότι κατά το

ρωμαϊκό δίκαιο η παράβαση αυτοκρατορικών εντολών ή νόμων ισοδυναμούσε με ιεροσυλία.

Σύμφωνα με αυτό, ο Ιουστινιάνειος κώδικας, διατήρησε τον χαρακτηρισμό της ανωτέρω

παράβασης29.

1.4. Η βυζαντινή κοινωνία

Σε κοινωνικό επίπεδο η χριστιανική θρησκεία επηρέασε πολύ θετικά καθώς οδήγησε

στην οργάνωση κοινωνικού κράτους με τη λήψη μέτρων κοινωνικής πολιτικής και πρόνοιας

για τους οικονομικά ασθενέστερους. Έτσι, στο πλαίσιο της φιλανθρωπίας που δίδασκε ο

χριστιανισμός, βελτιώθηκαν οι συνθήκες διαβίωσης των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων,

μέσω μέτρων κοινωνικής πρόνοιας όπως η ίδρυση φτωχοκομείων, ορφανοτροφείων,

νοσοκομείων και ασύλων αστέγων30.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 –ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ

25 Ι. Καραγιαννόπουλος, ό.π., σ. 29526 Β. Πέννα, ό.π., σ. 5427 Μ. Ανάστος, «Εισαγωγή», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 31628 Β. Πέννα, ό.π., σ. 5529 Μ. Ανάστος, ό.π., σ. 32130 Β. Πέννα, «Η Βυζαντινή Κοινωνία» στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 87

7

Page 9: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

2.1. Άραβες

Η εμφάνιση των Αράβων κατά τον 7ο αιώνα, οφείλεται στην αποδυνάμωση της

αυτοκρατορίας λόγω των σφοδρών πολέμων με την Περσία. Ο εξισλαμισμός της Περσίας, η

κατάληψη της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, κατέγραψε ριζική αλλαγή στα

γεωγραφικά όρια της αυτοκρατορίας31. Η αραβική προέλαση συνεχίστηκε φτάνοντας στην

Κωνσταντινούπολη δύο φορές, το 673-678 και το 717. Η κατάκτησή της όμως δεν

επιτεύχθηκε χάρη στην χρήση του «υγρού πυρός» και των ικανοτήτων του Λέοντα Γ΄.32 Θα

πρέπει να τονιστεί ότι κατά την περίοδο του 10ου αιώνα, οι εκστρατείες κατά των Αράβων

είχαν πάρει τη μορφή «ιερού πολέμου» και διεξάγονταν με θρησκευτικό μένος.33

Αξιοσημείωτη θεωρείται η αλληλεπίδραση που υπήρξε ανάμεσα στην Αραβία και στη

Βυζαντινή Αυτοκρατορία λόγω της ανταλλαγής ιδεών μεταξύ των δύο λαών κατά τις

περιόδους ειρήνης. Οι Άραβες, υιοθετώντας στοιχεία διοίκησης, λογιστικών, αρχιτεκτονικής

και πολιτισμού με τα οποία οργάνωσαν το χαλιφάτο τους, επωφελήθηκαν περισσότερο από

το βυζαντινό πολιτισμό. Η ανταλλαγή αυτή βοήθησε την πολιτιστικά περιθωριοποιημένη

Αραβία να γνωρίσει τις θετικές επιστήμες μεταφράζοντας ακόμη και αρχαία κείμενα στα

Αραβικά. Εξίσου σημαντική υπήρξε όμως και η επίδραση του Ισλάμ στο Χριστιανισμό.

Θρησκεία η οποία κατόπιν του θανάτου του Μωάμεθ εμπλουτίστηκε με αρχές των

Βεδουίνων, με κυριότερη από αυτές την με κάθε τρόπο επιβολή του Ισλάμ στους άπιστους,

ακόμη και με ιερό πόλεμο (τζιχάντ)34. Η τάση για τον παραμερισμό των εικόνων ως μέσου

λατρείας του θεού, η οποία αποτελεί παράλληλα βασική αρχή του Ισλάμ, οδήγησε τους

βυζαντινούς στη διαμάχη της εικονομαχίας.35

Τέλος στη διαμάχη έδωσε η αυτοκράτειρα Θεοδώρα συγκαλώντας τη σύνοδο του 843,

με τον πανηγυρικό εορτασμό της αναστύλωσης των εικόνων να τελείται και σήμερα την

πρώτη Κυριακή των Νηστειών, γνωστή ως Κυριακή της Ορθοδοξίας.36 Η αναστύλωση αυτή

σήμανε τη νίκη του ελληνικού πνεύματος πάνω στο ασιατικό. Μετά από το διττό αυτόν

αγώνα διαμορφώθηκε ο ελληνοχριστιανικός ορθόδοξος χαρακτήρας της αυτοκρατορίας.37

2.2. Σελτζούκοι Τούρκοι και Τουρκμάνοι

Κατά τον 11ο αιώνα η Βυζαντινή αυτοκρατορία βρέθηκε στο απόγειο της δύναμής

της. Στα μέσα όμως του αιώνα εμφανίστηκε ανατολικά ένας νέος εχθρός οι Σελτζούκοι

31 Β. Πέννα, «Το Βυζάντιο και οι γείτονές του», στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, εκδ. Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 99-10032 Στο ίδιο, σ. 10133 Στο ίδιο, σ. 10534 Στο ίδιο, σ. 10035 Στο ίδιο, σ. 106-10736 Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Η Ανόρθωση 802-945», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Η΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Μεσοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2009, σ. 8737 Στο ίδιο, σ. 90

8

Page 10: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

Τούρκοι. Ήταν νομαδικό φύλο που περί το 1000 ασπάστηκε το μωαμεθανισμό. Η

ορμητικότητα και ο φανατισμό τους τους κατέστησε επίφοβους αντιπάλους των βυζαντινών.

Βρέθηκαν απροετοίμαστοι και ανίκανοι να τους αντιμετωπίσουν λόγω των ανίκανων

διαδόχων του Βασιλείου Β΄, οι οποίοι προέρχονταν από την απειροπόλεμη αριστοκρατία, και

λόγω της αντικατάστασης των ισχυρών αριστοκρατών από μισθοφορικά στρατεύματα. Οι

εκστρατείες των βυζαντινών εναντίον τους κατέστησαν αναποτελεσματικές, με

αποκορύφωμα την ήττα τους στο Μαντζικέρτ της Αρμενίας το 1071, ανοίγοντας τους το

δρόμο προς τη Μ.Ασία. Η τουρκική προέλαση αναχαιτίστηκε πρόσκαιρα από τη δυναστεία

των Κομνηνών. Το 1176 όμως ο βυζαντινός στρατός γνώρισε την καταστροφή στο

Μυριοκέφαλο με τους Τούρκους να παγιώνουν τη θέση τους στο εσωτερικό της Μ.Ασίας,

ενώ την περίοδο 1180-1204 συνέχισαν περαιτέρω την εξάπλωσή τους καταλαμβάνοντας την

παραλιακή ζώνη η οποία και χάθηκε οριστικά.38

Από τα μέσα του 13ου αιώνα οι νομαδικές ληστρικές φυλές των Τουρκμάνων, οι

οποίοι είχαν εκμεταλλευτεί την ήττα στο Μαντζικέρτ διεισδύοντας στη Μ.Ασία, αποτέλεσαν

τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την αυτοκρατορία, κάνοντας επιδρομές χωρίς να αντιμετωπίσουν

αξιόλογη αντίσταση. Το φύλο αυτό επικράτησε κατά τον 14ο αιώνα, αναγκάζοντας το

ελληνικό στοιχείο είτε να εξισλαμιστεί είτε να μεταναστεύσει σε ευρωπαϊκά εδάφη. 39

2.3. Οθωμανοί Τούρκοι

Η ολοκλήρωση της καταστροφής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας επήλθε μετά από

μερικές δεκαετίες με την εμφάνιση ενός νέου και αρχικά ασήμαντου τουρκικού φύλου των

Οθωμανών Τούρκων. Η επικράτηση των Οθωμανών οφείλεται στη δυσφορία των πολιτών

για τη βαριά βυζαντινή φορολογία, την επιείκεια που έδειξαν προς τις πόλεις που

παραδίδοντας, τους εξισλαμισμούς και το παιδομάζωμα40 αλλά κυρίως στην εγκληματική

παθητικότητα που έδειξαν οι Βυζαντινοί μπροστά στην τουρκική απειλή λόγω του ότι

βρίσκονταν τυφλωμένοι από το αντιλατινικό τους πάθος. Το πάθος αυτό τους στέρησε τη

δυνατότητα να πράξουν τα αναγκαία για την επιβίωσή τους και τη διατήρηση του κράτους.41

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΕΠΙΛΟΓΟΣ

38 Β. Πεννα, ό.π., σ. 107-11039 Στο ίδιο, σ. 110-111 και Σ. Βρυώνης, «Η Μικρά Ασία από το 1071 ως το 1204», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Θ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Βυζαντινοί και Υστεροβυζαντινοί Χρόνοι, Αθήνα, 2000, σ. 4240 Β. Πέννα, ό.π., σ. 11141 Ελένη Ahrweiler–Γλύκατζη, Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, Ψυχογιός, Αθήνα, 2007, σ. 152

9

Page 11: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

Συνοψίζοντας, διαπιστώνουμε ότι ο Χριστιανισμός συνέβαλε καθοριστικά στη

διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, διατηρώντας τις χριστιανικές

αρχές και αξίες καθορίζοντας μέσα από αυτές τις αντιλήψεις για τους πολιτειακούς θεσμούς

γενικότερα. Συνάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι ο Χριστιανισμός αποτέλεσε ίσως την

ισχυρότερη συνεκτική δύναμη της αυτοκρατορίας, σε σχέση με τα άλλα δύο ουσιώδη

στοιχεία της σύστασής της, τις παραδόσεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και του ελληνικού

στοιχείου, δημιουργώντας ένα χριστιανικό και οικουμενικό κράτος.

Η υπεράσπιση των συμφερόντων της αυτοκρατορίας απέναντι στους εχθρούς της καθώς

και η θρησκεία, καθόρισαν τις εξωτερικές της σχέσεις. Η θρησκεία στήριγμα και θεμέλιο

ενότητας παρήγαγε ένα βυζαντινό εθνικισμό ο οποίος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η

απάντηση στον ιερό πόλεμο του Ισλάμ. «Ας πούμε πιο απλά ότι η Αυτοκρατορία στην έσχατη

προσπάθεια για την επιβίωση της άντλησε δυνάμεις από την ορθή πίστη της. Στο εξής θα

υπερασπίζεται με πάθος την ορθοδοξία (την ορθή πίστη) απέναντι σε κάθε εσωτερικό ή

εξωτερικό εχθρό.»42

42 Στο ίδιο, σ. 47-48

10

Page 12: 2_Ergasia_ELP11_Byzantio

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, «Γενική Εισαγωγή–Ελληνισμός και Βυζάντιο», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός–Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 6-29

Ελένη Ahrweiler – Γλύκατζη, Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, Ψυχογιός, Αθήνα, 2007

St. Runciman, Η Βυζαντινή θεοκρατία, Δόμος, Αθήνα, 1991

Μ. Ανάστος, «Εισαγωγή», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός–Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 308-353

Ι. Καραγιαννόπουλος, Το βυζαντινό κράτος, Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2001

Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Η Ανόρθωση 802-945», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Η΄, Βυζαντινός Ελληνισμός–Μεσοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2009, σ. 46-97

Β. Πέννα, «Βυζαντινοί θεσμοί», στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 21-70

Β. Πέννα, «Η Βυζαντινή κοινωνία», στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 71-94

Β. Πέννα, «Το Βυζαντιο και οι γείτονές του», στο Χ. Γάσπαρης, Ν. Νικολούδης, Β. Πέννα, Ελληνική Ιστορία, τόμ. Β΄, Βυζάντιο και Ελληνισμός, Ε.Α.Π., Πάτρα, 1999, σ. 95-136

Αικ. Χριστοφιλοπούλου, «Το βυζαντινό πολίτευμα», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός–Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 2000, σ. 254-273

11