15
σελ. 1 / 15 ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΥΔΡΑΥΛΙΚΩΝ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΥΒΑΣ Πολιτικός Μηχανικός 1. ΓΕΝΙΚΑ Τα εξωτερικά επιχρίσματα είναι πολλές φορές αιτία διόδου υγρασίας όταν ρηγματώνονται για διάφορες αιτίες ή αποκολλούνται από το υπόστρωμα τους. Στη ρηγμάτωση ή αποκόλληση των επιχρισμάτων επεμβαίνουν διάφοροι παράγοντες καθένας με τη βαρύτητα του: § τα μηχανικά χαρακτηριστικά τους § τα υλικά κονιάματος και οι συνθήκες εφαρμογής τους § το είδος υποστρώματος και η ακατάλληλη προετοιμασία του . · οι εναλλαγές ύγρανσης και στεγνώματος επιχρίσματος § οι επαναλαμβανόμενες θερμικές κρούσεις στις δυτικά ή νότια - δυτικά εκτεθειμένες όψεις § η διόγκωση υλικών υποστρώματος, λόγω ύγρανσης τους § οι διαφορετικές θερμοκρασιακές μεταβολές υλικών υποστρώματος 2. ΜΗΧΑΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΥΝΟΟΥΝ ΤΗ ΡΗΓΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥΣ Τα μηχανικά χαρακτηριστικά που επεμβαίνουν και συμβάλλουν στη ρηγμάτωσή των επιχρισμάτων είναι η συστολή πήξεως, σε συνδυασμό με το λόγο του μέτρου ελαστικότητας προς την αντοχή σ' εφελκυσμό λόγω κάμψης (βλέπε Σημείωση στο τέλος της § 2.3). 2.1 Η συστολή πήξεως Τα κονιάματα με συνδετική ύλη το σιμέντο και την άσβεστο υφίστανται κατά τη διάρκεια πήξεως όπως και μετ' έπειτα στο χρόνο, συστολές, που προκαλούν εσωτερικές τάσεις, οι οποίες οδηγούν σε τριχοειδείς ρηγματώσεις. Η συστολή αυτή πήξεως είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο μεγαλύτερη είναι και η ποσότητα της συνδετικής ύλης. 2.2 Το μέτρο ελαστικότητας Χαρακτηρίζει το παραμορφώσιμο του κονιάματος που έχει ολοκληρώσει την διαδικασία πήξεως υπό την επίδραση των τάσεων. Είναι τόσο μικρότερο όσο λιγότερο άκαμπτο είναι το επίχρισμα. 2.3 Η αντοχή σε εφελκυσμό από κάμψη Από την αντοχή σε εφελκυσμό εξαρτάται η συνοχή του υλικού. Είναι η δύναμη που αντιτίθεται στην θραύση του επιχρίσματος. Καθένα από τα παραπάνω μηχανικά χαρακτηριστικά (τα οποία μετριούνται εργαστηριακά) εάν εξετασθούν και ερμηνευθούν χωριστά δεν επιτρέπουν να εκτιμηθεί η ευαισθησία του επιχρίσματος σε ρηγμάτωση.

Παθολογικες καταστασεις

  • Upload
    dhmpana

  • View
    36

  • Download
    0

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 1 / 15

ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΥΔΡΑΥΛΙΚΩΝ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΥΒΑΣ Πολιτικός Μηχανικός

1. ΓΕΝΙΚΑ

Τα εξωτερικά επιχρίσματα είναι πολλές φορές αιτία διόδου υγρασίας όταν ρηγματώνονται για διάφορες αιτίες ή αποκολλούνται από το υπόστρωμα τους.

Στη ρηγμάτωση ή αποκόλληση των επιχρισμάτων επεμβαίνουν διάφοροι παράγοντες καθένας με τη βαρύτητα του:

§ τα μηχανικά χαρακτηριστικά τους

§ τα υλικά κονιάματος και οι συνθήκες εφαρμογής τους

§ το είδος υποστρώματος και η ακατάλληλη προετοιμασία του . · οι εναλλαγές ύγρανσης και στεγνώματος επιχρίσματος

§ οι επαναλαμβανόμενες θερμικές κρούσεις στις δυτικά ή νότια - δυτικά εκτεθειμένες όψεις

§ η διόγκωση υλικών υποστρώματος, λόγω ύγρανσης τους

§ οι διαφορετικές θερμοκρασιακές μεταβολές υλικών υποστρώματος

2. ΜΗΧΑΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΥΝΟΟΥΝ ΤΗ ΡΗΓΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥΣ

Τα μηχανικά χαρακτηριστικά που επεμβαίνουν και συμβάλλουν στη ρηγμάτωσή των επιχρισμάτων είναι η συστολή πήξεως, σε συνδυασμό με το λόγο του μέτρου ελαστικότητας προς την αντοχή σ' εφελκυσμό λόγω κάμψης (βλέπε Σημείωση στο τέλος της § 2.3).

2.1 Η συστολή πήξεως

Τα κονιάματα με συνδετική ύλη το σιμέντο και την άσβεστο υφίστανται κατά τη διάρκεια πήξεως όπως και μετ' έπειτα στο χρόνο, συστολές, που προκαλούν εσωτερικές τάσεις, οι οποίες οδηγούν σε τριχοειδείς ρηγματώσεις.

Η συστολή αυτή πήξεως είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο μεγαλύτερη είναι και η ποσότητα της συνδετικής ύλης.

2.2 Το μέτρο ελαστικότητας

Χαρακτηρίζει το παραμορφώσιμο του κονιάματος που έχει ολοκληρώσει την διαδικασία πήξεως υπό την επίδραση των τάσεων. Είναι τόσο μικρότερο όσο λιγότερο άκαμπτο είναι το επίχρισμα.

2.3 Η αντοχή σε εφελκυσμό από κάμψη

Από την αντοχή σε εφελκυσμό εξαρτάται η συνοχή του υλικού. Είναι η δύναμη που αντιτίθεται στην θραύση του επιχρίσματος. Καθένα από τα παραπάνω μηχανικά χαρακτηριστικά (τα οποία μετριούνται εργαστηριακά) εάν εξετασθούν και ερμηνευθούν χωριστά δεν επιτρέπουν να εκτιμηθεί η ευαισθησία του επιχρίσματος σε ρηγμάτωση.

Page 2: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 2 / 15

Η συμπεριφορά του επιχρίσματος πρέπει να προκύπτει από τον συνδυασμό των τριών αυτών χαρακτηριστικών. Στον επόμενο πίνακα δίδεται ενδεικτικά η τάξη μεγέθους των χαρακτηριστικών από τα οποία προκύπτει η ευαισθησία σε ρηγμάτωση του επιχρίσματος.

Τα ως άνω μηχανικά χαρακτηριστικά μεταβάλλονται με την πυκνότητα του υλικού, η οποία εξαρτάται από την ποσότητα του αέρα που έχει παρασυρθεί κατά τη φάση παρασκευής του κονιάματος.

Ο λόγος του μέτρου ελαστικότητας προς την αντοχή σε εφελκυσμό (στήλη 4 του επόμενου πίνακα) επιτρέπει τον καλύτερο χαρακτηρισμό του υλικού.

Η ομοιογένεια του υλικού ερμηνεύει την ικανότητα του υλικού στο ν' αντέχει στις καταπονήσεις, χωρίς να ρηγματούται.

Ευαισθησία σε ρηγμάτωσή

Συστολή πήξεως Δ1/1 (σε mm/m)

Μέτρο Ελαστικότητας Ε σε daΝ/cm2

ή περίπου σε kp/cm2

Λόγος του μέτρου ελαστικότητας προς

την αντοχή σ' εφελκυσμό λόγω κάμψης E/Rt

1 2 3 4

μικρή < 0,7 <7 0000 <2 500

μέση 0,7 < Δ1/1 < 1,2 70000 < Ε < 120000 2500 < E/Rt < 3500

μεγάλη > 1,2 > 120000 > 3500

Σημείωση

Τα στοιχεία που δίδονται σ' αυτή την παράγραφο σχετικά με τα μηχανικά χαρακτηριστικά τους έχουν αξία μόνο εάν για κάθε τύπο επιχρίσματος δίδονται εργαστηριακές μετρήσεις πράγμα που στην πράξη ποτέ δεν γίνεται. Απλώς αναφέρονται για να δοθεί μια στοιχειώδης ενημέρωση σ'όσους ενδιαφέρονται για περαιτέρω έρευνα.

3. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΡΗΓΜΑΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΡΙΣΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Οι εμφανιζόμενες στα επιχρίσματα ρηγματώσεις που οφείλονται στους προηγούμενα αναφερόμενους παράγοντες όπως και οι ρηγματώσεις που προκαλούνται για διάφορες αιτίες, όπως αναλυτικά παραθέτονται στις επόμενες παραγράφους 3.7 και 3.8 του παρόντος, κατατάσσονται στις παρακάτω βασικές κατηγορίες. V,,

3.1 Ρηγματώσεις λόγω συστολής πήξεως

Πρόκειται για τις πλέον συνηθισμένες ρηγματώσεις των επιχρισμάτων που δημιουργούνται από την διαδικασία σκλήρυνσης του κονιάματος. Είναι συνήθως τριχοειδείς ρηγματώσεις διαφόρων κατευθύνσεων, μικρού μήκους, μη ορατές πολλές φορές με γυμνό οφθαλμό (γίνονται ορατές εάν το επίχρισμα διαποτισθεί με το διαλυτικό WHITE SPIRIT).

Στις ρηγματώσεις αυτές προστίθενται και αυτές που δημιουργούνται από την δομή και την ανακρυστάλλωση του κονιάματος.

Οι τριχοειδείς αυτές ρηγματώσεις μπορεί να γίνουν σημαντικές, όταν το νερό του επιχρίσματος κατά την φάση εφαρμογής του, απορροφηθεί από το κονίαμα δομήσεως που υπάρχει στους αρμούς μεταξύ των στοιχείων του τοίχου (οπτόπλινθοι - λίθοι), όταν αυτό είναι στεγνό με μεγάλη απορροφητικότητα (δεν έχει υγρανθεί), ως και από την επιφάνεια των οπτόπλινθων όταν δεν έχουν υγρανθεί πριν από την εφαρμογή του κονιάματος.

Page 3: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 3 / 15

3.2. Διευρυνόμενες ρηγματώσεις λόγω έντονης κατά περιόδους παρουσίας νερού

Οι ρηγματώσεις αυτές ξεκινούν από τις λεπτές τριχοειδείς ρηγματώσεις της προηγούμενης κατηγορίας λόγω διόγκωσης του κονιάματος με την διαπότιση από το νερό, σε συνδυασμό με τον μηχανισμό συστολής.

Συναντιόνται σε λοξή κατεύθυνση κάτω από τις ακραίες γωνίες των μαρμαροποδιών των παραθύρων όπου υπάρχει έντονη ροή νερού, όπως επίσης κάτω από τις στέψεις τοίχων με πλάκες, όταν έχει καταστραφεί το μεταξύ των πλακών αρμολόγημα, όπου εκεί το νερό τρέχει συγκεντρωμένο και γενικά όπου υπάρχει έντονη και άφθονη παρουσία νερού.

Όταν το νερό διαποτίσει το επίχρισμα, αυτό διογκούται, οι αρχικές υπάρχουσες τριχοειδείς ρηγματώσεις κλείνουν τα χείλη τους και αρχίζουν να εξασκούν πιέσεις, το ένα στο άλλο με τοπική κονιοποίηση του υλικού. Οι πιέσεις αυτές οφείλονται σε τελευταία ανάλυση στις αναπτυσσόμενες δυνάμεις από τους μηνίσκους των τριχοειδών.

Με το στέγνωμα του επιχρίσματος, μεγαλώνει το εύρος της ρηγμάτωσης, δημιουργούνται γύρω από τα χείλη ελεύθερα μόρια άμμου, στα οποία προστίθενται και τα αιωρούμενα μόρια σκόνης.

Στο επόμενο φαινόμενο διόγκωσης από ύγρανση, τα ελεύθερα μόρια άμμου και σκόνης, τρίβονται πάνω στα χείλη των ρηγματώσεων, οπότε αυτές γίνονται μεγαλύτερες κατά ένα ανεπαίσθητο βαθμό. Στη φάση αυτή, το νερό της βροχής που έρχεται άφθονο (όπως π.χ. αυτό που προέρχεται από τις ποδιές των παραθύρων), παρασύρει προς τα έξω τα αποκολλημένα και χαλαρωμένα μόρια άμμου, με σύγχρονη αποκόλληση νέων μορίων.

Έτσι οι αρχικές ρηγματώσεις, εξακολουθούν στην περιοχή των χειλέων να κονιοποιούνται αργά, το εύρος τους να μεγαλώνει με σύγχρονη επέκταση τους σε μήκος.

Η επίδραση του νερού υπό μορφή πάγου επαυξάνει την διαδικασία διεύρυνσης των ρηγματώσεων, σε σημείο που να οδηγεί και σε αποκόλληση του επιχρίσματος από το υπόστρωμα του, όταν το νερό έχει προχωρήσει πίσω απ' αυτό.

3.3 Μη σταθεροποιούμενες ρηγματώσεις ή ρηγματώσεις κίνησης

Πρόκειται για ρηγματώσεις που έχουν την προέλευση τους στις μηχανικές κινήσεις του έργου και σε πολλές περιπτώσεις είναι δυνατόν να δεχθούν κι άλλες κινήσεις. Σ' αυτές περιλαμβάνονται και οι ρηγματώσεις από θερμοκρασιακές μεταβολές δύο συνεχόμενων διαφορετικών υποστρωμάτων επιχρίσματος (π.χ. οπτοπλινθοδομή - σκυρόδεμα). Πολλές φορές παρόμοιες ρηγματώ-σεις συνεχίζονται και στο υπόστρωμα και τούτο γιατί έχουν αναλάβει το ρόλο του αρμού διαστολής.

3.4 Σταθεροποιημένες ρηγματώσεις

Είναι αυτές που έχουν μια και μόνη αιτία, όπως π.χ.

§ οι διαδοχικές ρηγματώσεις από μια αρχική, αλλά μη συνεχιζόμενη υποχώρηση του εδάφους

§ οι ρηγματώσεις λόγω συστολής πήξεως του κονιάματος, εάν δεν συνεχίζονται λόγω έντονης παρουσίας του νερού.

§ οι ρηγματώσεις από θερμική κρούση

§ οι ρηγματώσεις που ακολουθούν ήδη ρηγματωμένο τοίχο

§ οι ρηγματώσεις από αποκολλήσεις επιχρίσματος από το υπόστρωμα τους, όπως τούτο αναφέρεται στην παράγραφο 3.9 του παρόντος, οι οποίες όμως σπάνια παραμένουν σταθερές, δεδομένου ότι συνήθως το επίχρισμα αποκολλιέται και καταπίπτει ολόκληρο ή σε τμήματα.

Page 4: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 4 / 15

3.5 Ρηγματώσεις επιχρισμάτων προερχόμενες από διάβρωση οπλισμού υποστρώματος από οπλισμένο σκυρόδεμα

Εμφανίζονται στις περιοχές όπου:

§ το επίχρισμα δεν προστατεύει επαρκώς το υπόστρωμα από οπλισμένο σκυρόδεμα

§ οι οπλισμοί του υποστρώματος δεν περιβάλλονται και δεν καλύπτονται επαρκώς με σκυρόδεμα, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς.

§ η υγρασία και το οξυγόνο βρίσκουν προσβάσεις για να καταλήξουν στους οπλισμούς και να τους διαβρώσουν

§ η διόγκωση του οπλισμού από το σκούριασμά του με τις δυνάμεις που αναπτύσσονται, θρυμματίζουν την επικάλυψη των οπλισμών από σκυρόδεμα και ρηγματώνουν το επίχρισμα σε τέτοιο βαθμό ώστε σε πολλές περιπτώσεις να αποκολλούνται και ολόκληρα τμήματα του.

3.6 Ρηγματώσεις επιχρισμάτων προερχόμενες από οπτοπλινθοδομές

Όπως αναφέρεται και στις Σημειώσεις 1, 2, 3 και 4, είναι δυνατόν να δημιουργηθούν ρηγματώσεις στις οπτοπλινθοδομές δεδομένου ότι αυτές δεν έχουν «δέσει» με τα στοιχεία του φέροντα οργανισμού, αυτές δε οι ρηγματώσεις να εμφανιστούν και στα επιχρίσματα.

3.7 Ρηγματώσεις οφειλόμενες στα υλικά του κονιάματος, στις συνθήκες εφαρμογής τους ως και στις εξωτερικές συνθήκες

3.7.1 Από μεγαλύτερη του κανονικού ποσότητα νερού στο κονίαμα

Αυξάνει τα φαινόμενα συστολής πήξεως.

Η παρουσία μεγάλης ποσότητας λεπτού υλικού (σκόνης - μπουχό) οδηγεί σε μεγαλύτερη ποσότητα νερού στο κονίαμα με αποτέλεσμα τη ρηγμάτωσή του.

3.7.2 Από υπερβολική αναλογία συνδετικής ύλης

Αποκτά το κονίαμα μεγάλη ακαμψία (αυξάνει το μέτρο ελαστικότητας -βλέπε σχετικά και στήλη 3 του πίνακα της παραγράφου 2.3 του παρόντος).

3.7.3 Από πολύ μικρή ποσότητα συνδετικής ύλης

Το επίχρισμα «αλευροποιείται», έχει μειωμένη συνοχή και αποσαθρούται με την επίδραση των ατμοσφαιρικών συνθηκών ιδίως με τον αέρα.

3.7.4 Από υπερβολικό τρίψιμο της τελευταίας στρώσης (στρώση τελειώματος)

Έχει σαν συνέπεια τη μετάθεση προς την επιφάνεια της μεγάλης ποσότητας συνδετικής ύλης με σύγχρονη εξασθένιση του υπολοίπου πάχους από συνδετική ύλη (την καθιστά ψαθυρή). Η επιφάνεια της στρώσης αυτής θα ρηγμα-τωθεί λόγω συστολής πήξεως. Εκτός αυτού, με την επιφανειακή συγκέντρωση συνδετικής ύλης μειώνεται η δυνατότητα αναπνοής του επιχρίσματος.

3.7.5 Από γρήγορη εξάτμιση του νερού του κονιάματος

Η συστολή πήξεως των επιχρισμάτων είναι τόσο σημαντικότερη όσο ο αέρας είναι ξηρότερος και η ταχύτητα του μεγάλη. Σ' αυτή την περίπτωση πρέπει να υγραίνεται συχνά η επιφάνεια του επιχρίσματος ώστε να αντισταθμίζεται η απώλεια του νερού.

3.7.6 Από εκτέλεση των διαφόρων στρώσεων του επιχρίσματος διαδοχικά της μιας επί της άλλης, χωρίς η κάθε στρώση να έχει ολοκληρώσει τη συστολή πήξεως

Η διάρκεια εκτελέσεως των εξωτερικών επιχρισμάτων (με τις τρεις στρώσεις) πρέπει κανονικά να είναι 8 με 12 εβδομάδες.

Page 5: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 5 / 15

Στην περίπτωση που μια στρώση εφαρμόζεται σε μία προηγούμενη χωρίς αυτή να έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της συστολής, αυτή θα ρηγματωθεί, παρασυρόμενη από την προηγούμενη.

3.7.7 Από παρουσία αργιλωδών στοιχείων στην άμμο

Τα αργιλώδη στοιχεία στην άμμο των οποίων οι κόκκοι τους είναι μικρότεροι των 0,02 mm δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 3% σε βάρος της άμμου για μια κοκκομετρική σύνθεση 0 έως 3 mm (βλέπε DIN 18550).

Η παρουσία των ως άνω στοιχείων σε μεγαλύτερη αναλογία δημιουργεί προβλήματα ρηγματώσεων διότι είτε περιβάλουν τους κόκκους της άμμου με λάσπη είτε δημιουργούν μικρές σφαίρες αργίλου και η συνδετική ύλη δεν μπορεί να συνδεθεί με τους κόκκους της άμμου.

3.7.8 Απο παρουσία στην άμμο θαλάσσης ή ποταμού ξένων στοιχείων τα οποία απορροφούν μεγάλη ποσότητα νερού.

Όταν στην άμμο θαλάσσης ή ποταμού περιέχονται οργανικά στοιχεία όπως π.χ. από λιγνίτη ή από ξύλο, το κονίαμα θα ρηγματωθεί από διόγκωση των στοιχείων αυτών, λόγω απορρόφησης νερού.

3.7.9 Απο εναλλασσόμενα πάχη επιχρίσματος

Όταν τα πάχη του επιχρίσματος είναι σε διάφορα σημεία λεπτά και σε άλλα παρουσιάζουν τοπικά μεγάλα πάχη, όπως π.χ.

§ όταν απαιτείται η αποκατάσταση επιπεδότητας ή κατακορυφότητας

§ όταν οι κατακόρυφοι αρμοί δομήσεως ευρίσκονται χωρίς κονίαμα και συμπληρωθούν με το επίχρισμα

§ όταν το επίχρισμα έρθει σε επαφή με το κονίαμα των αρμών της δομήσεως και αυτό είναι έντονα απορροφητικό και το νερό του επιχρίσματος μετακινηθεί προς το κονίαμα του αρμού.

Τότε το επίχρισμα θα ρηγματωθεί από διαφορετικές συστολές πήξεως και από τοπική ψαθυροποίηση για την τελευταία περίπτωση.

3.7.10 Από θερμοκρασιακές μεταβολές και θερμικές κρούσεις

Στα επιχρίσματα οι ρηγματώσεις από θερμοκρασιακές μεταβολές οφείλονται συνήθως στις θερμικές κρούσεις (βλέπε επόμενη Σημείωση)

Σ' αυτές τις περιπτώσεις η θερμοκρασία που επικρατεί στο επίχρισμα είναι διαφορετική του τοίχου.

Οι μεταβολές της θερμοκρασίας γίνονται γρηγορότερα στο επίχρισμα από τον τοίχο. Προκαλούν θερμοκρασιακές μεταβολές που έχουν ως επί το πλείστον επιπτώσεις στο επίχρισμα και όχι στον τοίχο, με αποτέλεσμα τη ρηγμάτωσή του ή και την αποκόλληση του.

Σημείωση: Αναφορικά με το φαινόμενο της θερμικής κρούσης και τις επιπτώσεις του στα εξωτερικά επιχρίσματα

Είναι γνωστό ότι όταν ο ήλιος προσπίπτει σε μια όψη, ένα μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας ανακλάται από την όψη και το υπόλοιπο απορροφιέται.

Η απορροφούμενη ποσότητα εξαρτάται κυρίως από το χρώμα της όψης.

Εάν η όψη έχει τελείως μαύρο χρώμα, απορροφιέται το σύνολο της ηλιακής ακτινοβολίας. Αντίθετα, εάν η όψη είναι λευκή, απορροφιέται περίπου το 40% της ηλιακής ακτινοβολίας. Η απορροφούμενη αυτή ενέργεια έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας της όψης.

Page 6: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 6 / 15

Σε μια ηλιόλουστη καλοκαιρινή ημέρα, η θερμοκρασία στην όψη μπορεί άνετα να φτάσει τους 70 με 80°C, όταν το χρώμα του επιχρίσματος είναι σκούρο. Αντίθετα, εάν ξαφνικά τις πρώτες απογευματινές ώρες έρθει μια ξαφνική καλοκαιριάτικη βροχή, όπως τούτο συμβαίνει στη βορειοδυτική Ελλάδα, η θερμοκρασία στην όψη θα πέσει στους 40°C.

Έτσι, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα η όψη υφίσταται μια απότομη μεταβολή της θερμοκρασίας, δηλαδή μια θερμική κρούση. Στην αντίσταση της όψης στο φαινόμενο της θερμικής κρούσης επεμβαίνει το πάχος του τοίχου (υπάρχει μάζα υλικού για την απορρόφηση της θερμότητας). Από έρευνες που έχουν γίνει επιτόπου σε διάφορα κτίρια, έχει διαπιστωθεί (παρόλο που αυτό μπορεί να φανεί παράδοξο), ότι τα επιχρίσματα σε λεπτούς τοίχους είναι τα πλέον επιρρεπή σε ρηγμάτωσή (παρόλο που οι λεπτοί τοίχοι είναι περισσότερο εύκαμπτοι και τούτο γιατί η αύξηση της θερμότητας δεν συναντά επαρκή μάζα για να διοχετευθεί προ τα μέσα).

Όψεις του αυτού πάχους και του αυτού χρώματος παρουσίασαν τις περισσότερες ρηγματώσεις όταν ήταν προσανατολισμένες δυτικά. Λιγότερες ρηγματώσεις εμφανίζονται στις νότιες όψεις και ακόμα λιγότερες στις ανατολικές. Καμιά στις βόρειες.

Για τον αυτό προσανατολισμό (εκτός του βορείου) και για τον αυτό χρωματισμό, οι όψεις με λεπτότερους τοίχους παρουσίασαν περισσότερες ρηγματώσεις εκείνων που είχαν τοίχους μεγαλύτερου πάχους.

Στην περίπτωση διπλών εξωτερικών τοίχων με ενδιάμεση θερμομόνωση, παρατηρήθηκαν επίσης ρηγματώσεις στους λεπτούς εξωτερικούς τοίχους με επίχρισμα.

Πάντοτε υπάρχει ένα κρίσιμο πάχος του εξωτερικού τοίχου, πέραν από το οποίο υπάρχει τάση ρηγμάτωσης του επιχρίσματος η οποία επιτείνεται εάν πίσω από τον τοίχο αυτόν είναι τοποθετημένη θερμομόνωση από ελαφρό μονωτικό υλικό.

Το κρίσιμο αυτό πάχος δεν είναι γνωστό και δεν υπολογίζεται. Για το λόγο αυτό προτείνεται να υπάρχει:

§ ένα ελάχιστο πάχος οπτοπλινθοδομής με επίχρισμα 20 cm όταν πίσω από αυτήν υπάρχει θερμομόνωση ιδίως για περιοχές της βορειοδυτικής Ελλάδας όπου είναι συχνά τα φαινόμενα απότομων καλοκαιρινών βροχών τις πρώτες απογευματινές ώρες

§ όταν αντί οπτοπλινθοδομής υπάρχει τοίχος από χυτό σκυρόδεμα, με επίχρισμα, το πάχος αυτό δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο των 15 cm.

3.7.11 Εμφανίσεις «πεταλίδων» στις επιφάνειες των μαρμαροκονιαμάτων (στρώση τελειώματος)

Παρατίθενται συνοπτικά τα αναφερόμενα στη βιβλιογραφία 3.7 αίτια που δημιουργούν την εμφάνιση μικρών κονικών οπών (πεταλίδων) διαμέτρου 10 έως 20 mm και βάθους 5 έως 10 mm στα μαρμαροκονιάματα § η μη τήρηση της σωστής αναλογίας ασβεστοπολτού και μαρμαρόσκονης και η ατελής

ανάμειξη αυτών § η μη ιξώδης σύσταση του μείγματος που προήλθε με την προσθήκη νερού μετά την

ολοκλήρωση της κατεργασίας ανάμειξης § η προσθήκη λευκού ή κοινού σιμέντου στο μείγμα σε ποσότητα μεγαλύτερη του 2 με 3% § η ύπαρξη ακαθαρσιών οργανικής προέλευσης § η ύπαρξη χημικών οξειδίων κυρίως πηριτίου, μαγνησίου, αργιλίου και σιδήρου στη

μαρμαρόσκονη § η μη σωστή κοκκομετρική διαβάθμιση της μαρμαρόσκονης. Δεν πρέπει να έχει πολλούς

χονδρούς κόκκους διαμέτρου μεγαλύτερης του 1,2 mm και παιπάλη (μπουχό) σε ποσοστό μεγαλύτερο του 5%

§ η χρησιμοποίηση άσβεστου του οποίου δεν έχει πλήρως ολοκληρωθεί η ενυδάτωση § η χρησιμοποίηση κονιάματος μετά 4 με 5 ώρες μετά την ανάμειξη του

Page 7: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 7 / 15

3.8 Ρηγματώσεις οφειλόμενες στο υπόστρωμα του επιχρίσματος

3.8.1 Από υγροσκοπικές διαστολές οπτοπλινθοδομής από διάτρητους ή συμπαγείς οπτόπλινθους

Η οπτή γη των οπτόπλινθων έχει τάση να διογκούται όταν απορροφά υγρασία η οποία για διάφορες αιτίες καταλήγει σ' αυτά.

Λόγω αυτής της διόγκωσης δημιουργούνται ρηγματώσεις προς όλες τις διευθύνσεις στο επίχρισμα, στο οποίο αναπτύσσονται εφελκυστικές τάσεις, μεταβαλλόμενες γραμμικά στο πάχος του με το μέγιστο τους στη διαχωριστική επιφάνεια επιχρίσματος - τουβλοδομής.

3.8.2 Όταν το επίχρισμα έχει εφαρμοσθεί σε στοιχεία σκυροδεμάτων, εκτεθειμένων σε θερμοκρασιακές μεταβολές

Παρόμοια περίπτωση συναντιέται σ' όλα τα προεξέχοντα στοιχεία από οπλισμένο σκυρόδεμα, τα εκτεθειμένα σε θερμοκρασιακές μεταβολές όταν σ' αυτά δεν προβλέπονται αρμοί διαστολής και ειδικοί κατά μήκος οπλισμοί. Τα στοιχεία αυτά θα ρηγματωθούν και θα παρασύρουν και το επίχρισμα τους. Στα σχήματα 69 έως 71 σημειούνται οι προβλεπόμενοι κατά μήκος οπλισμοί για τα πλέον συνηθισμένα στοιχεία των όψεων, τα εκτεθειμένα σε θερμοκρασιακές μεταβολές και στην συνέχεια δίδονται οι επιτρεπόμενες αποστάσεις των εγκάρσιων αρμών.

Page 8: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 8 / 15

1. Πρώτη περίπτωση

1.1. Εγκάρσιοι αρμοί σε απόσταση μεταξύ τους: § 6,0 m για υγρές περιοχές με μικρές διακυμάνσεις θερμοκρασιών § 4,0 m για ξηρές περιοχές με μεγάλες αντιθέσεις θερμοκρασιών

1.2 Κατά μήκος οπλισμοί 0,20% της διατομής σκυροδέματος b x d

2. Δεύτερη περίπτωση

2.1 Εγκάρσιοι αρμοί σε απόσταση μεταξύ τους § 12,0 m για υγρές περιοχές με μικρές διακυμάνσεις θερμοκρασίας § 8,0 m για ξηρές περιοχές με μεγάλες αντιθέσεις θερμοκρασίας ή όταν τα προεξέχοντα στοιχεία είναι

άκαμπτα συνδεδεμένα με στοιχεία του φέροντα οργανισμού

2.2 Κατά μήκος οπλισμοί 0,50% της διατομής του σκυροδέματος b χ d

3. Ειδικοί οπλισμοί των δοκών οπου καταλήγουν οι εγκάρσιοι αρμοί

Πρέπει να τοποθετούνται πλευρικά οι οπλισμοί Fei ίσοι με τους οπλισμούς Fe

3.8.3 Οταν το επίχρισμα εφαρμόζεται σε πορώδες υπόστρωμα τελείως στεγνό

Στην περίπτωση αυτή το κονίαμα του επιχρίσματος ιδίως όταν δεν έχει προηγηθεί το πεταχτό με ισχυρή σιμεντοκονία, θα «καεί», δηλαδή θα χάσει το νερό του που θα απορροφηθεί από το υπόστρωμα, θα αποκτήσει μεγάλη ψαθυρότητα και θα αρχίσει να τρίβεται, να «αλευροποιείται»

3.8.4 Όταν το υπόστρωμα αποτελείται από υλικά διαφορετικής φύσεως

(βλέπε βιβλ. 1.1 και 3.2.4)

Οι τοίχοι των όψεων σπάνια αποτελούνται από ένα και μόνο οικοδομικό στοιχείο. Πάντοτε μια οπτοπλινθοδομή καταλήγει σε δοκούς, υποστηλώματα και διακόπτεται από chainages και πρέκια.

Το επίχρισμα που εφαρμόζεται στα στοιχεία αυτά υπάρχει κίνδυνος να ρηγματωθεί λόγω των συστολών πήξεως και των διαφορετικών διαστολών που αναπτύσσονται μεταξύ των οικοδομικών στοιχείων που οφείλονται στη διαφορετική υγροθερμική συμπεριφορά τους και ειδικότερα στο ότι οι επιφανειακές θερμοκρασίες του επιχρίσματος πάνω στην οπτοπλινθο-δομή και στο στοιχείο του σκυροδέματος δεν είναι οι ίδιες (βλέπε σημεία Α και Β σχημάτων έως 73, 75, 76, 77, 78).

Πρέπει να αποφεύγεται η τοποθέτηση στοιχείων σκυροδέματος με σημαντικές διαστάσεις στο αυτό κατακόρυφο επίπεδο με τις οπτοπλινθοδομές όπως στα σχήματα 73, 75, 76.

Page 9: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 9 / 15

Στα σημεία Α των σχημάτων αυτών υπάρχουν όλες οι πιθανότητες να ρηγματωθεί το επίχρισμα εκτός εάν εφαρμοσθεί μια από τις τρεις περιπτώσεις που αναφέρονται στα σχήματα 78 και 79.

Με τις διατάξεις του σχήματος 77 περιορίζονται σημαντικά και φαινόμενα των θερμικών γεφυρώσεων τα προερχόμενα από τις δοκούς δεδομένου ότι τοποθετείται μπροστά από αυτές η θερμομόνωση σε μεγάλο ποσοστό της εξωτερικής επιφάνειας τους.

3.9 Αποκόλληση επιχρισμάτων από το υπόστρωμα τους

3.9.1 Λόγω παρουσίας σκόνης στην επιφάνεια του υποστρώματος

Πρέπει πάντοτε πριν από την ύγρανση του υποστρώματος να προκαλείται ένα στεγνό καθάρισμα από την σκόνη. Εάν γίνει συγχρόνως με την ύγρανση υπάρχει κίνδυνος να επικαθίσει μια λεπτή μεμβράνη λάσπης που θα εμποδίσει την πρόσφυση του πεταχτού.

Page 10: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 10 / 15

3.9.2 Λόγω απορροφητικής και στεγνής επιφάνειας υποστρώματος

Το υπόστρωμα εάν δεν υγρανθεί, κυρίως όταν είναι πορώδες, απορροφά το νερό του κονιάματος σε αρκετά σημαντικές ποσότητες ώστε να μην υπάρχει αρκετό για τις χημικές αντιδράσεις του σιμέντου και την πρόσφυση του στο υπόστρωμα του.

Η ύγρανση του υποστρώματος πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην έχει τάση να απορροφά το νερό του κονιάματος με τα τριχοειδή του, συγχρόνως όμως να μην δημιουργείται στην επιφάνεια του υποστρώματος μια μεμβράνη νερού που να εμποδίζει την πρόσφυση.

3.9.3 Λόγω εφαρμογής λασπώματος χωρίς να έχει προηγηθεί το πεταχτό

Πάντοτε πρέπει να προηγείται του λασπώματος ένα πεταχτό κονίαμα με (αναλογία σιμέντου 500 με 600 kg ανά μέτρο κυβικού άμμου με προσθήκη ή όχι πολυμερικού πρόσμικτου) και σε τέτοιο πάχος ώστε να μην διακρίνονται οι αρμοί δομήσεως.

Για το πεταχτό κονίαμα εκείνο που έχει σημασία είναι η καλή πρόσφυση του στο υπόστρωμα, το ανώμαλο και άγριο αυτού ώστε το λάσπωμα να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή πρόσφυση. Η ρηγμάτωσή του πεταχτού ή η διαπερατότητα του στο νερό δεν έχει επιπτώσεις στη συμπεριφορά των υπολοίπων στρώσεων.

3.9.4 Λόγω λείας επιφάνειας υποστρώματος

Σε τοίχους από σκυρόδεμα οι οποίοι έχουν κατασκευασθεί με λείο ξυλότυπο ή με σιδερότυπο και το σκυρόδεμα έχει δονηθεί κανονικά το νερό του κονιάματος με τη συνδετική του ύλη δεν μπορεί να εισχωρήσει στο εσωτερικό του υποστρώματος. Σ' αυτή την περίπτωση πρέπει να χρησιμοποιηθούν πολυμερικά πρόσμικτα για την επαύξηση της συγκολλητικότητας του πεταχτού επιχρίσματος, ή να εξαλειφθεί με μηχανικά μέσα η λεία επιφάνεια του υποστρώματος.

3.9.5 Λόγω παρουσίας ακατάλληλων λαδιών ξεκαλουπώματος στις επιφάνειες στοιχείων από σκυρόδεμα

Είναι η περίπτωση όπου δεν χρησιμοποιούνται τα ειδικά λάδια ξεκαλουπώματος, τα διαλυόμενα στο νερό ή τα σαπουνοποιούμενα λάδια ή τέλος τα ειδικά γαλακτώματα. Εάν δεν χρησιμοποιηθούν παρόμοια λάδια θα είναι δύσκολος ο καθαρισμός της επιφάνειας για την εφαρμογή του επιχρίσματος και αμφίβολη η πρόσφυση του.

3.9.6 Λόγω ύγρανσης της τελευταίας στρώσης όταν έχει ρηγματωθεί

Η τελευταία στρώση επιχρίσματος όταν ρηγματωθεί λόγω του ότι μετατέθηκε το συνδετικό υλικό προς την επιφάνεια από υπερβολικό τρίψιμο, θα αποκολληθεί όταν περάσει υγρασία από τις ρηγματώσεις. Το φαινόμενο αυτό επιδεινώνεται κοντά στο έδαφος όταν ανεβαίνει η υγρασία με τα τριχοειδή φαινόμενα.

3.9.7 Λόγω παγετού

Ο παγετός είναι μια επιπλέον αιτία για αποκόλληση του επιχρίσματος (όταν η τελευταία στρώση έχει ρηγματωθεί και από το λόγο αυτό υγρανθεί). Το φαινόμενο αποκόλλησης λόγω παγετού επεκτείνεται πολλές φορές και στη στρώση λασπώματος

3.9.8 Όταν το νερό της βροχής μπορεί να εισχωρήσει πίσω από το επίχρισμα

Γενικά, πρέπει να αποφεύγονται καταλήξεις επιχρισμάτων οι οποίες παραμένουν απροστάτευτες και το νερό της βροχής μπορεί σιγά σιγά να εισχωρήσει πίσω από αυτά.

Οι πλέον συνηθισμένες περιπτώσεις είναι:

§ ένας εξωτερικός τοίχος με στοιχεία εμφανούς σκυροδέματος και με επιχρισμένες οπτοπλινθοδομές, (βλέπε σχήμα 80)

Page 11: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 11 / 15

§ επίχρισμα στηθαίου δώματος χωρίς προστατευτική στέψη, έστω κι αν το επίχρισμα έχει γυρίσα οριζόντια. Με την πάροδο του χρόνου το οριζόντιο επίχρισμα καταστρέφεται με την αρχή από τις γωνιές, οπότε στη συνέχεια αρχίζει το νερό να ασχωρεί πίσω από το κατακόρυφο επίχρισμα και να το αποκολλά.

3.9.9 Οταν το επίχρισμα εφαρμόζεται σε θερμομονωτικό υπόστρωμα

Πρόκειται για την περίπτωση υδραυλικών επιχρισμάτων που εφαρμόζονται σε θερμομονωτικό υπόστρωμα που έχει τοποθετηθεί στη εξωτερική επιφάνεια φερόντων στοιχείων οπλισμένου σκυροδέματος πριν από τη σκυροδέτηση, επί του ξυλοτύπου.

Στην περίπτωση αυτή εάν το επίχρισμα δεν οπλισθεί κατάλληλα και ο οπλισμός του δεν στερεωθεί με κατάλληλα βύσματα, στα φέροντα στοιχεία, θα αποκολληθεί (βλέπε σχετικά και σχήματα 41 έως 44) δεδομένου ότι δεν υπάρχει πρόσφυση μεταξύ επιχρίσματος και θερμομονωτικού υλικού, ιδίως όταν έχουν διαφορετικά μηχανικά χαρακτηριστικά (βλέπε σχετικά και Παράρτημα II της βιβλιογραφίας 4).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Aναφορικά με τον τρόπο δόμησης οπτοπλίνθων που οδηγούν σε ρηγματώσεις επιχρισμάτων

Σ1. Δόμηση των οπτόπλινθων χωρίς τοποθέτηση κονιάματος στους κατακόρυφους αρμούς Παρόμοιο φαινόμενο συναντιέται στις οπτοπλινθοδομές με διάτρητους οπτόπλινθους όταν προβλέπεται επίχρισμα, Σ' αυτή την περίπτωση δημιουργείται ένα πλήθος κατακόρυφων αρμών χωρίς κονίαμα η δε αντοχή της οπτοπλινθοδομής στη δίοδο της υγρασίας εξαρτάται μόνο από το εξωτερικό επίχρισμα.

Σ2. Ελαττωματικό σφήνωμα των διάτρητων οπτόπλινθων κάτω από στοιχεία φέροντα οργανισμού

Το σφήνωμα της οπτοπλινθοδομής γίνεται πάντοτε με λοξή τοποθέτηση των οπτόπλινθων στην τελευταία σειρά.

Εάν η εργασία αυτή γίνει συγχρόνως με τη δόμηση του τοίχου & όλο του το ύψος, είναι βέβαιο ότι θα δημιουργηθεί μία οριζόντια ροη'μή μεταξύ της οπτοπλινθοδομής και την κάτω επιφάνειας του στοιχείου του φέροντα οργανισμού (δοκός - πλάκα) και τούτο, γιατί δεν δίδεται η ευκαιρία στην οπτοπλινθοδομή να «καθίσει». Όπως είναι φρέσκο ακόμα το κονίαμα στους οριζόντιους μεταξύ των οπτόπλινθων αρμούς υφίσταται μία καθίζηση, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η παραπάνω αναφερόμενη ρωγμή.

Για την αποφυγή παρόμοιου φαινομένου αρκεί να σταματήσει η δόμηση της οπτοπλινθοδομής σ' ένα ύψος εκεί που θα αρχίσει το σφήνωμα, να τελειώσουν όλες οι οπτοπλινθοδομές του κτιρίου, και μετά να αρχίσει το σφήνωμα.

Σ3. Δόμηση σ' επαφή με κατακόρυφες επιφάνειες στοιχείων φέροντα οργανισμού χωρίς κατάλληλη προετοιμασία

Όταν πρόκειται μία οπτοπλινθοδομή να έρθει σ' επαφή με κατακόρυφες επιφάνειες στοιχείων φέροντα οργανισμού, πρέπει πάντοτε να προηγείται η προετοιμασία των επιφανειών αυτών, ώστε να επαυξάνεται η πρόσφυση οπτοπλινθοδομής και σκυροδέματος.

Page 12: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 12 / 15

Προς τούτο πρέπει να προβλέπεται μία πεταχτή υδαρής σιμεντοκονία, περιεκτικότητας σιμέντου τουλάχιστον 450 kg ανά m3 άμμου. Για επαύξηση της συγκολλητικής ικανότητας της σιμεντοκο-νίας χρησιμοποιούνται πολυμερικά πρόσμικτα (τύπου EXAPAΝDABOND ή POLYBOND σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή).

Αν παραληφθεί παρόμοια προετοιμασία, υπάρχουν όλες οι πιθανότητες να δημιουργηθεί ένας κατακόρυφος αρμός, ο οποίος μπορεί να συνεχισθεί και στο επίχρισμα και τούτο γιατί εφαρμόζεται σε οικοδομικά στοιχεία με διαφορετικούς συντελεστές διαστολής.

Για την αποφυγή των κατακόρυφων ρηγματώσεων που μπορούν να δη-μιουργηθοι'ϊν, δύνανται να χρησιμοποιούνται και ειδικά άγκιστρα από έλασμα τύπου CATNIC που έχουν τη δυνατότητα να τοποθετούνται πριν από την σκυροδέτηση μέσα από τους αρμούς του ξυλότυπου.

Σ4. Δόμηση των οπτοπλινθοδομών με στεγνούς οπτόπλινθονς

Όσο περισσότερο πορώδεις είναι οι οπτόπλινθοι τόσο περισσότερο πρέπει να υγραίνονται κατά τη φάση της δόμησης τους. Τούτο ισχύει για τους διάτρητους οπτόπλινθους ακόμα όμως περισσότερο για τους πλήρεις όπου λόγω της μεγαλύτερης μάζας τους, τείνουν να «αντλήσουν» το νερό από το κονίαμα δόμησης. Το κονίαμα στεγνώνει γρήγορα στην πάνω επιφάνεια και δεν διαθέτει επαρκές νερό για να επιτευχθεί μία καλή ένοχη με τα τούβλα. Δημιουργείται ένας οριζόντιος αρμός - ρωγμή. Το φαινόμενο αυτό δίδεται σχηματικά στο σχήμα 60 κατά φάσεις.

1η Φάση

Τοποθέτηση κονιάματος 1 επί της σειράς των οπτόπλινθων επί της οποίας θα δομηθεί η επόμενη σειρά

2η Φάση

Το νερό του κονιάματος 1 αντλείται από τους στεγνούς οπτόπλιν-θους 2

3η Φάση

Προτού τοποθετηθεί η επόμενη σειρά των οπτόπλινθων το κονίαμα στεγνώνει στην πάνω επιφάνεια του, οπότε δημιουργείται ένας οριζόντιος αρμός - ρωγμή (3) μεταξύ των δύο σειρών

Στο νομογράφημα του σχήματος 61 δίδονται οι τάσεις πρόσφυσης σε kg/cm2 σε συνάρτηση της ηλικίας του τοίχου και του χρόνου εμποτισμού των οπτόπλινθων.

Είναι αξιοσημείωτο να παρατηρηθεί ότι μετά 28 ημέρες η πρόσφυση των εμποτισμένων για 2 λεπτά οπτόπλινθων είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερη εκείνων που τοποθετήθηκαν στεγνά.

Παρόμοια φαινόμενα «άντλησης» νερού κονιάματος παρουσιάζονται και στους αρμούς διακοπής εργασίας των οπτοπλινθοδομών εάν κατά την επανάληψη δεν διαποτισθεί η τελευταία προς τα άνω σειρά των οπτόπλινθων. Εκτός του φαινομένου των ρωγμών, δημιουργείται σ' αυτό το κονίαμα του αρμού μια αφυδάτωση, που το καθιστά ψαθυρό με συνέπειες στην όλη αντοχή της οπτοπλινθοδομής.

Πάντως ο εμποτισμός των οπτόπλινθων στο εργοτάξιο πρέπει να προσαρμόζεται στη φύση της οπτής γης. Οι κατασκευαστές των οπτόπλινθων πρέπει να έχουν προχωρήσει σε εργαστηριακές μελέτες και να υποδεικνύουν τον χρόνο εμποτισμού, δηλαδή να έχουν προχωρήσει στη σύνταξη ενός νομογραφήματος όπως του σχήματος 61.

Page 13: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 13 / 15

Δεδομένου ότι παρόμοια νομογραφήματα δεν δίδονται από τους κατασκευαστές των οπτόπλινθων, πρέπει οι οπτόπλινθοι να διαποτίζονται, έστω και αν υποστηρίζεται το αντίθετο, δηλαδή ότι οι οπτόπλινθοι είναι πολύ λίγο πορώδεις και δεν έχουν ανάγκη παρόμοιου εμποτισμού.

Η δόμηση με στεγνούς οπτόπλινθους ιδίως όταν αυτοί είναι πλήρεις σε εμφανείς οπτοπλινθοδομές έχει σαν συνέπεια και την αύξηση της διαπερατότητας τους στο νερό.

Σχήμα 61: Δόμηση με οπτόπλινθους κορεσμένους στο νερό

Στην περίπτωση αυτή η δόμηση καθίσταται δύσκολη ή μάλλον αδύνατη. Οι οπτόπλινθοι ολισθαίνουν πάνω στο κονίαμα, δεδομένου ότι έχει μειωθεί στο ελάχιστο η δυνατότητα πρόσφυσης τους.

Ηλικία τοίχου

Page 14: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 14 / 15

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

1.1 NF - P 10202 (Référence D.T.U. 20.1), 1994 – 1999: Ouvrages en maconnerie des petits éléments, parois et murs.

1.2 NF - P 18210 (Référence D.T.U. 23.1) 1993: Murs en beton hanche.

1.3 Règles TR-K77: Règles de calcul des caracteristiques thermiques utiles de parois de construction - D.T.U. 1982 - 1995.

2. ΒΙΒΛΙΑ

2.1 E.B. GRÜNAU: La lutte centre l' hymiditè dans les facades. Έκδοση EUROLLES 1970 (μετάφρ. από την Γερμανική έκδοση).

2.2. W. SCHAUPP - Le mur exterieur. Έκδοση EUROLLES 1966 (μετάφρ. από την Γερμανική έκδοση).

2.3. Α. KLEINLOGEN - L' influence des divers éléments physicochimiques sur le beton.

2.4. Η Μηχανική της τοιχοποιίας. Θ.Π. ΤΑΣΙΟΥ - Έκδοση Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου 1992.

2.5. J, Berhier "Diffusion de vapeur a travers de parois condensation - Edition: Centre Scientifique et Technique du Bâtiment 1980.

3. ΠΕΡΙΟΔΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

3.1 Pathologie des facades - Les probleemes d' etancheite. Περιοδικό: L' etancheitè-L' isolation No 123 - 1981.

3.2 Εκδόσεις του περιοδικού: Annales de I' Institut Technique du Bâtiment et de travaux publics.

3.2.1 Conceptions nouvelles en mauere de murs en magonnerie No 340/1976.

3.2.2 Etat actuel de quelques recherches concernant les maçonneries No 217/1966.

3.2.3 Pathologie des ouvrages en maçonnerie - Première partie No 290/1972.

3.2.4 Pathologie des ouvrages en maçonnerie - Deuxième partie No 303/1973.

3.3 Μ. MAMILLAN: La Gèlivitè des materiaux No 235-236 1967. 33 Pathologie du bâtiment - Travaux de gros oeuvre - No 10. Έκδοση: Centre scientifique et Technique de la construction Belgique. (CS.T.B).

3.4 Caracteristiques et comportement des enduits exterieurs, df impermeabilisation de mur a base de liants hydraulics. Έκδοση: CSTB, Cahier 1778/1982.

3.5 Modalites d' essais des enduits exterieurs d' impermeabilisation de mur ä base de Hants hydrauliques. Έκδοση: CSTB, Cahier 1779/1982.

3.6 Γ. Καλύβας: ''Θερμικές γεφυρώσεις - συμπυκνώσεις υδρατμών στα στοιχεία εξωτερικού κελύφους κτιρίου'', Τ.Χ. 1/1998.

3 .7 Σταμάτης Τσίμας: Δεκαεφτά σημεία για την αποφυγή πεταλίδων στα επιχρίσματα. Ενημερωτικό Δελτίο Τ.Ε.Ε. Τεύχος 1981. Έτος 1997.

4. Κώδικας Εφαρμογής 1415 ΕΛΟΤ

Page 15: Παθολογικες καταστασεις

σελ. 15 / 15

5. Ευρωπαϊκά Πρότυπα

5.1 CEN TC 89/WG1/N2IIIR: Thermal bridges simplified methods for determining linear thermal transmittance and calculation for heat loss- Working draft for a European Standard.

5.2 CEN TC 89/N293E: Thermal bridges in building construction - Heat flows and surface temperature. Final draft for European Standard,

5.3 CEN EN 30211: Building composents and building elements -Thermal bridges, thermal resistance and thermal transmittance - Calculation method.