7
ΕΘΙΜΑ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ ΠΡΟΜΑΧΩΝ ΚΑΙ ΣΩΣΑΝΔΡΑΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘΙΜΑ Με ιδιαίτερη λαμπρότητα τηρούνταν –και τηρούνται μέχρι σήμερα από τους κατοίκους των Προμάχων και της Σωσάνδρας -τα έθιμα του Δωδεκαημέρου, του διαστήματος δηλαδή που μεσολαβεί από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι την ημέρα των Φώτων. Κάποια από τα έθιμα του Δωδεκαημέρου είναι διαβατήρια έθιμα, γιατί βοηθούν τους ανθρώπους να περάσουν με καλούς οιωνούς από τον προχωρημένο Χειμώνα στην υποψία της Άνοιξης, από τον παλιό χρόνο στον καινούριο. Πίσω απ’ το θρησκευτικό περιεχόμενο των γιορτών αυτών κρύβεται κι ένα πρωτόγονο και ανθρωπολογικό περιεχόμενο, που εκφράζει τις ανησυχίες των ανθρώπων για το μέλλον τους, ανησυχίες που συμμερίζεται και σέβεται η Εκκλησία μας. Σαράντα ημέρες πριν τα Χριστούγεννα ξεκινούσε η νηστεία των πιστών, για να εξαγνιστούν και να είναι ψυχικά έτοιμοι να δεχθούν το μήνυμα της γέννησης του Θεανθρώπου. Σαν ιεροτελεστία γινόταν σε κάθε οικογένεια η σφαγή του γουρουνιού, το οποίο εξέτρεφαν για το σκοπό αυτό. Το γουρούνι αναλάμβαναν να σφάξουν οι άνδρες του σπιτιού την ημέρα της γιορτής του Αγίου Ιγνατίου -στις 20 Δεκεμβρίου δηλαδή - ή την παραμονή των Χριστουγέννων. Τα μέλη της οικογένειας αντάλλαζαν μεταξύ τους ευχές. Το χοιρινό κρέας αποτελούσε, λοιπόν , το κύριο φαγητό στο χριστουγεννιάτικο γεύμα των κατοίκων των Προμάχων και της Σωσάνδρας, όπως άλλωστε και σήμερα. Επίσης, έφτιαχναν λουκάνικα από το γουρούνι, τα οποία κρεμούσαν μέχρι να στεγνώσουν, ενώ το λίπος του γουρουνιού το αποθήκευαν σε δοχεία και το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική. Οι νοικοκυρές, συνήθως την παραμονή των Χριστουγέννων, άνοιγαν φύλλα για τον μπακλαβά και έφτιαχναν το πατροπαράδοτο αυτό γλυκό των Χριστουγέννων χρησιμοποιώντας σουσαμόλαδο. Ήταν μια διαδικασία στην οποία επιδίδονταν οι άξιες νοικοκυρές με κέφι και μεράκι. Έπειτα, περήφανες, μοίραζαν κομμάτια από τον μπακλαβά σε φιλικά σπίτια.

εθιμα προμαχων σωσάνδρας

  • Upload
    ipoutis

  • View
    176

  • Download
    2

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

ΕΘΙΜΑ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ ΠΡΟΜΑΧΩΝ ΚΑΙ ΣΩΣΑΝΔΡΑΣ

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΕΘΙΜΑ

Με ιδιαίτερη λαμπρότητα τηρούνταν –και τηρούνται μέχρι σήμερα από τους κατοίκους των Προμάχων και της Σωσάνδρας -τα έθιμα του Δωδεκαημέρου, του διαστήματος δηλαδή που μεσολαβεί από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι την ημέρα των Φώτων. Κάποια από τα έθιμα του Δωδεκαημέρου είναι διαβατήρια έθιμα, γιατί βοηθούν τους ανθρώπους να περάσουν με καλούς οιωνούς από τον προχωρημένο Χειμώνα στην υποψία της Άνοιξης, από τον παλιό χρόνο στον καινούριο. Πίσω απ’ το θρησκευτικό περιεχόμενο των γιορτών αυτών κρύβεται κι ένα πρωτόγονο και ανθρωπολογικό περιεχόμενο, που εκφράζει τις ανησυχίες των ανθρώπων για το μέλλον τους, ανησυχίες που συμμερίζεται και σέβεται η Εκκλησία μας.

Σαράντα ημέρες πριν τα Χριστούγεννα ξεκινούσε η νηστεία των πιστών, για να εξαγνιστούν και να είναι ψυχικά έτοιμοι να δεχθούν το μήνυμα της γέννησης του Θεανθρώπου. Σαν ιεροτελεστία γινόταν σε κάθε οικογένεια η σφαγή του γουρουνιού, το οποίο εξέτρεφαν για το σκοπό αυτό. Το γουρούνι αναλάμβαναν να σφάξουν οι άνδρες του σπιτιού την ημέρα της γιορτής του Αγίου Ιγνατίου -στις 20 Δεκεμβρίου δηλαδή - ή την παραμονή των Χριστουγέννων. Τα μέλη της οικογένειας αντάλλαζαν μεταξύ τους ευχές. Το χοιρινό κρέας αποτελούσε, λοιπόν , το κύριο φαγητό στο χριστουγεννιάτικο γεύμα των κατοίκων των Προμάχων και της Σωσάνδρας, όπως άλλωστε και σήμερα. Επίσης, έφτιαχναν λουκάνικα από το γουρούνι, τα οποία κρεμούσαν μέχρι να στεγνώσουν, ενώ το λίπος του γουρουνιού το αποθήκευαν σε δοχεία και το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική.

Οι νοικοκυρές, συνήθως την παραμονή των Χριστουγέννων, άνοιγαν φύλλα για τον μπακλαβά και έφτιαχναν το πατροπαράδοτο αυτό γλυκό των Χριστουγέννων χρησιμοποιώντας σουσαμόλαδο. Ήταν μια διαδικασία στην οποία επιδίδονταν οι άξιες νοικοκυρές με κέφι και μεράκι. Έπειτα, περήφανες, μοίραζαν κομμάτια από τον μπακλαβά σε φιλικά σπίτια.

Page 2: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων οι κάτοικοι των δυο χωριών κουβαλούσαν ξύλα από τα σπίτια τους και τα πήγαιναν στην πλατεία του χωριού τους, όπου άναβαν τη «μεγάλη φωτιά». Χαρούμενοι ξενυχτούσαν λοιπόν όλοι στη πλατεία αντικρίζοντας με θαυμασμό αυτή τη φωτιά, που συμβολίζει τη θεϊκή λάμψη που έφερε ο Χριστός με τον ερχομό του στη γη. Πρόκειται για ένα έθιμο που και σήμερα τηρούν οι κάτοικοι των χωριών αυτών με μεγάλη χαρά. Ανυπόμονα και με διάχυτη στα πρόσωπά τους τη χαρά περίμεναν τα παιδιά να έρθουν τα μεσάνυχτα, για να χωριστούν σε παρέες και να τραγουδήσουν στα σπίτια του χωριού τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα με αντίξοες συχνά συνθήκες. Συγκινητική η δήλωση κάποιων γιαγιάδων από τους Προμάχους ότι, όταν οι ίδιες ήταν παιδιά και καλαντούσαν, δεν είχαν ούτε παπούτσια να φορέσουν και τους κατασκεύαζαν οι παππούδες τους τσαρούχια από δέρμα γουρουνιού, ειδικά γι' αυτή τη νύχτα, ενώ το ραβδί που κρατούσε το κάθε παιδί το προστάτευε από τα σκυλιά. Χαρακτηριστικό ήταν ότι τα κάλαντα απευθυνόταν κυρίως στη γιαγιά του σπιτιού και παρέπεμπαν στη σφαγή των νεογέννητων, που έγινε από τον Ηρώδη, όταν έμαθε τη γέννηση του Χριστού.

Τα κάλαντα λοιπόν των Χριστουγέννων έλεγαν χαρακτηριστικά:

«Σφαγή, γιαγιά, σφαγή!

Ό,τι έχεις στο ράφι

βάλε μου στο σάκο

να πηγαίνω με παρέα (το Θεό)

να μη με φάνε σκύλος και σκυλίτσα»!

Αν οι μικροί καλαντιστές, που τραγουδούσαν σηκώνοντας ψηλά το ραβδί που κρατούσαν, έδιναν τον κατάλληλο τόνο στη φωνή τους, τα κάλαντα ακούγονταν σαν μια κραυγή αγωνίας, που καλούσε σε βοήθεια. Και θυμίζουν τα κάλαντα τον ύμνο των αγγέλων τη νύχτα της γέννησης του Χριστού: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ ....». Χαρούμενες οι νοικοκυρές έδιναν στα παιδιά όχι χρήματα, μια και υπήρχε φτώχια, αλλά ό,τι υπήρχε στο σπίτι: βρασμένο καλαμπόκι με ζάχαρη, κουλουράκια, καρύδια, κάστανα ή καραμέλες. Η ανταμοιβή των παιδιών για τα κάλαντα δεν αποτελούσε -ούτε και αποτελεί- φιλανθρωπία. Ήταν μια πράξη ευγνωμοσύνης των χαρούμενων

Page 3: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

σχετικά με την αφθονία και τον πολλαπλασιασμό των αγαθών. Τα ξημερώματα, μετά τα κάλαντα, κάθε παιδί έπαιρνε ένα κάρβουνο από την μεγάλη φωτιά της πλατείας και το πήγαινε στους γονείς του, πράξη που συμβολίζει το πνευματικό φως που χαρίζουν τα αθώα παιδιά στους μεγάλους.Μεγάλη σημασία δίνονταν στο ποδαρικό που έκαναν σε κάθε σπίτι που πήγαιναν πρώτα την παραμονή. Η κάθε νοικοκυρά οδηγούσε τα παιδιά αυτά στον επάνω όροφο, τους έδινε ξυλαράκια και τα παιδιά τα έβαζαν στο τζάκι φωνάζοντας: «πουλάκια», «προβατάκια», «κατσικάκια», «μεταξοσκώληκες». Επίσης τα παιδιά εύχονταν να γεννήσουν αυγά οι κότες και τα πουλερικά του νοικοκύρη και να ωφεληθεί γενικά από τα «ζωντανά» του. Το έθιμο, ενδεικτικό της ανησυχίας των απλών βιοπαλαιστών για την παραγωγή τους από την κτηνοτροφία και την πτηνοτροφία, κατέληγε στην παρακάτω ευχή των παιδιών:

«... Μετάξι να σας δώσει ο Θεός

και ο ο μικρός Χριστός».

Και στους Προμάχους αλλά και στη Σωσάνδρα υπήρχε η συνήθεια να βάζει η γιαγιά στο τζάκι το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων πέντε κάρβουνα, που το καθένα ταυτίζονταν με κάποιο αγροτικό προϊόν. Το ένα κάρβουνο π.χ. ταυτιζόταν με το σιτάρι, το άλλο με το καλαμπόκι και το άλλο με το κριθάρι. Αν γινόταν μέχρι το πρωί στάχτη όλα τα κάρβουνα, τότε θα υπήρχε καλή σοδειά τη νέα χρονιά σε όλα τα αγροτικά προϊόντα. Αν όμως γίνονταν στάχτη μερικά κάρβουνα, τότε θα υπήρχε καλή σοδειά μόνο στα προϊόντα που συμβόλιζαν τα αντίστοιχα κάρβουνα. Το έθιμο φανερώνει την ανησυχία του αγροτικού κόσμου για τη γεωργική παραγωγή της επόμενης χρονιάς. Σύμφωνα με κάποιο άλλο έθιμο το βράδυ της παραμονής έβγαζε κάθε οικογένεια τρία κάρβουνα από το τζάκι. Το ένα αποσκοπούσε στην προστασία της οικογένειας από το Θεό, το δεύτερο στη πρόοδο της οικογένειας και το τρίτο ήταν για τα ζωντανά. Ο παππούς έπειτα έκοβε ένα ξύλο ροδιάς ή τζιτζιφιάς και το έβαζε στη φωτιά, που έκαιγε μέσα στο τζάκι. Εκεί το ξύλο καίγονταν λίγο-λίγο κατά τη διάρκεια του βραδινού φαγητού, διαδικασία που γινόταν κάθε βράδυ από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Φώτα. Έπειτα ο παππούς έκοβε ένα κομματάκι από το ξύλο που δεν είχε καεί και το έδενε στο αλέτρι, για να είναι «γερό» το αλέτρι και να υπάρχει αφθονία στη γεωργική παραγωγή. Το καμένο ξύλο το έκρυβαν σε κάποιο σημείο του αμπελιού.

Page 4: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

Την παραμονή των Χριστουγέννων, άλλωστε η γιαγιά ζύμωνε ένα ψωμί με σόδα, όπου έβαζε μια τρύπια δεκάρα και στη συνέχεια το έψηνε «στη στάχτη». Το βράδυ της ίδιας μέρας, αφού μαζεύονταν όλη η οικογένεια στο τραπέζι, ο αρχηγός της οικογένειας έκοβε το χριστόψωμο. Το πρώτο κομμάτι ήταν αφιερωμένο στο Θεό, το δεύτερο στο σπίτι, για το «καλό», το επόμενο στα ζώα, για την παραγωγή τους. Έπειτα έπαιρνε ένα κομμάτι κάθε μέλος της οικογένειας. Είναι αξιοσημείωτο ότι το μοίρασμα του χριστόψωμου είναι έθιμο που παραπέμπει στις σπονδές των αρχαίων Ελλήνων. Στη συνέχεια η δυναμική γιαγιά έδενε με μια κλωστή το φλουρί σ' ένα γκιούμι, όπου έμενε μέχρι το πρωί των Φώτων. Τότε τα εγγόνια πήγαιναν να γεμίσουν νερό στο γκιούμι, απ' όπου έπιναν τα μέλη της οικογένειας, για να υπάρχει υγεία. Και η γιαγιά φύλαγε την «τρύπια δεκάρα» του τυχερού μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα. Το πρωί των Χριστουγέννων, χαρούμενοι και καθαροί από τη νηστεία των σαράντα ημερών, οι πιστοί πήγαιναν στην εκκλησία, για να γιορτάσουν τη γέννηση του Χριστού. Το μεσημέρι συγκεντρώνονταν όλη η οικογένεια στο σπίτι, όπου γίνονταν πλούσιο φαγοπότι με βασικό φαγητό το χοιρινό κρέας κι έπειτα ακολουθούσε χορός και τραγούδι. Μετά το χριστουγεννιάτικο δείπνο οι νοικοκυρές «δε σήκωναν το τραπέζι», γιατί κυριαρχούσε η δοξασία ότι θα καθόταν ο Χριστός, για να φάει. Το τραπέζι το μάζευαν το επόμενο πρωί.

Χαρακτηριστική είναι η απουσία του χριστουγεννιάτικου δένδρου, από τους Προμάχους και τη Σωσάνδρα τα παλιότερα χρόνια, όπως άλλωστε και από τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας. Η καθιέρωση όμως και στα χωριά αυτά τα τελευταία χρόνια του εθίμου αυτού, που παραπέμπει στο αρχαίο ρωμαϊκό έθιμο του στολισμού των σπιτιών με κλαδιά δένδρων και που πέρασε σε μας από τις βόρειες χώρες , δεν είναι κατακριτέα. Κι αυτό, γιατί το χριστουγεννιάτικο δένδρο, που συμβολίζει την αναπαραγωγή, την αναβλάστηση, το «οικογενειακό δένδρο» και την καινούρια ζωή, χαρίζει κέφι και χαρά σε μικρούς και μεγάλους, απομακρύνοντάς τους από την πεζή πραγματικότητα.

Page 5: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

ΕΘΙΜΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

Χαρακτηριστική είναι η προσπάθεια αποφυγής κάθε άσχημης ενέργειας και συνήθειας την ημέρα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, για να αποφεύγονται ανάλογες ενέργειες κατά τη διάρκεια της νέας χρονιάς. Αντίθετα, υπήρχε η προτροπή προς κάθε θετική πράξη με την ελπίδα ότι έτσι θα πάει καλά η χρονιά. Θα πρέπει εδώ να αναφερθούμε στα κάλαντα που τραγουδούσαν τα παιδιά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς,

«Πρωτοχρονιά, γιαγιά, Πρωτοχρονιά

ό,τι έχεις στο ράφι

βάλε μου στο σακίδιο

να πηγαίνω παρέα (με το Θεό)

να μη με φάει σκύλος και σκυλίτσα».

Στα παιδιά που καλάντιζαν οι νοικοκυρές έδιναν κομμάτια από τα λουκάνικα που είχαν φτιάξει για τα Xριστούγεννα ή λίγο χοιρινό κρέας. Κάποιοι έδιναν βρασμένο καλαμπόκι με ζάχαρη ή κουλουράκια.

Με χαρά και ανυπομονησία συγκεντρώνονταν η οικογένεια το βράδυ της παραμονής για την κοπή της βασιλόπιτας, έθιμο που τελούνταν για το καλό της νέας χρονιάς. Η κοπή γινόταν από τον αρχηγό της οικογένειας τα μεσάνυχτα της παραμονής ή το πρωί της Πρωτοχρονιάς. Το φλουρί του τυχερού ήταν μια πράξη συμβολική που αποσκοπούσε στον πολλαπλασιασμό των χρημάτων της οικογένειας και στην καλή της τύχη. Το έθιμο παραπέμπει στους άρτους που προσέφεραν οι αρχαίοι στους θεούς, στους νεκρούς και στους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας και της καλής τύχης, ενώ σε μας τους Χριστιανούς πέρασε την εποχή του Αγίου Βασιλείου, όταν ο Άγιος πρότεινε στους κατοίκους της Καισαρείας να φτιάξουν πίτες, στην καθεμιά από τις οποίες έβαζαν ένα από τα πολύτιμα αντικείμενα που προορίζονταν αρχικά για τον έπαρχο της Καππαδοκίας.

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, ημέρα τιμής της μνήμης του Αγίου Βασιλείου, ιδιαίτερα αγαπητού Αγίου στους λαούς της Ανατολής, οι πιστοί πήγαιναν στην εκκλησία. Οι γυναίκες πήγαιναν ένα προζύμι για να το ευλογήσει ο παπάς. Οι νοικοκυρές μαγείρευαν το μεγάλο στομάχι του γουρουνιού, το οποίο έτρωγε η οικογένεια το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς.

Page 6: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

ΕΘΙΜΑ ΦΩΤΩΝ

Mε τη γιορτή των Φώτων ολοκληρώνονται οι γιορτές του Δωδεκαημέρου. Η έκφραση του λαού Κάθε Πάσχα και Λαμπρή είναι ενδεικτική της σπουδαιότητας της γιορτης των Φώτων για τους Προμάχους και για τη Σωσάνδρα. Την παραμονή των Φώτων τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα, ενώ η νηστεία των ημερών αυτών έχει σαν σκοπό την ψυχική προετοιμασία των πιστών. Ο παπάς γύριζε με το σταυρό στα σπίτια του χωριού ραντίζοντάς τα και ψέλνοντας. Οι νοικοκυρές του έδιναν χρήματα για τις ανάγκες της εκκλησίας ή κρέας από το γουρούνι ή λουκάνικο ή σιτάρι.

Ανήμερα των Φώτων οι κάτοικοι των δύο χωριών εκκλησιάζονταν και με τον τρόπο αυτό γιόρταζαν τη βάφτιση του Χριστού. Στο τέλος της θείας Λειτουργίας γίνονταν δημοπρασία των εικόνων της Εκκλησίας. Όποιος πρόσφερε τα περισσότερα χρήματα για κάθε εικόνα, εκείνος την έπαιρνε και την πήγαινε στο ποτάμι, όπου την έπλενε με το αγιασμένο νερό. Η πρώτη εικόνα που έβγαινε σε δημοπρασία ήταν του Χριστού και η δεύτερη του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, η μνήμη του οποίου ετιμάτο την επόμενη ημέρα. Κάποιοι προτιμούσαν να πάρουν την εικόνα του Αγίου εκείνου του οποίου έφεραν το όνομα.

Στους Προμάχους ο παπάς έριχνε το σταυρό στην περιοχή που ονομάζεται Μπισκία, ενώ στη Σωσάνδρα στο ποταμάκι που βρίσκεται κοντά στο γήπεδο. Στη συνέχεια παιδιά και νεαροί έπεφταν στο ποτάμι, για να πιάσουν το Σταυρό. Καθώς έψελναν το Κύριε ελέησον οι πιστοί παρακαλούσαν το Θεό να γίνει το γέννημα του ψωμιού και να υπάρχει κρασί. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής μερικά παιδιά κρατούσαν εξαπτέρυγα, ενώ ο σημαιοστολισμός της περιοχής αυτής συμβολίζει τον άρρηκτο δεσμό της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Εξάλλου, πολλοί πιστοί έφερναν από το σπίτι τους κάποια εικόνα και την έπλεναν με το νερό του ποταμού, που είχε αγιαστεί, συνήθεια των αρχαίων να πλένουν και να εξαγνίζουν τα αγάλματα. Κάθε οικογένεια φρόντιζε επίσης να γεμίζει κάποιο μπουκάλι με αγιασμένο νερό από το ποτάμι για το καλό. Αφού προσκυνούσαν οι πιστοί τις εικόνες, τις επέστρεφαν στην Εκκλησία. Πριν τοποθετήσει ο καθένας στη θέση της την εικόνα που είχε πάρει με τη δημοπρασία, έκανε τρεις φορές το γύρο της εκκλησίας κρατώντας την εικόνα.

Eντύπωση προκαλεί ένα έθιμο, σύμφωνα με το οποίο οι πιστοί, καθώς επέστρεφαν από το ποτάμι, έπαιρναν τρία-τρία στάχυα, έβρεχαν τις ρίζες τους και τα έδεναν στα δένδρα του κήπου, για να υπάρχει καρποφορία. Όταν οι νοικοκυρές επέστρεφαν στο σπίτι ράντιζαν το σπίτι, το αλέτρι, τα δένδρα, τα λουλούδια και τις σοδειές για το καλό. Όλα τα μέλη της οικογένειας έπιναν νερό από το μπουκάλι που είχε γεμίσει η νοικοκυρά, ενώ αυτός που έπιανε το σταυρό τον ασπάζονταν και -αφού πρώτα γύριζε σε όλα τα σπίτια του χωριού με συνοδεία, για να ασπαστούν και οι πιστοί τον αγιασμένο σταυρό- παρέδιδε τελικά το σταυρό στον παπά.

Page 7: εθιμα προμαχων σωσάνδρας

Χαρακτηριστική είναι επίσης και η συνήθεια τα παλαιότερα χρόνια να χορεύουν ανήμερα των Φώτων στην πλατεία του χωριού άνδρες ντυμένοι τσολιάδες, οι οποίοι στη συνέχεια γύριζαν στα σπίτια, όπου οι νοικοκυρές τους έδιναν ό,τι υπήρχε.Το μεσημέρι έτρωγαν το μεγάλο στομάχι του γουρουνιού μαγειρεμένο συνήθως με φασολάδα στο τσουκάλι, ενώ παλιότερα το έτρωγαν με τραχανά.

Εντύπωση προκαλεί έθιμο που ανέφεραν γιαγιάδες της Σωσάνδρας, συμφωνα με το οποίο οι νοικοκυρές φύλαγαν σε κάποιο δροσερό μερος του σπιτιού ένα προϊόν από το καλοκαίρι -συνήθως καρπούζι- το οποίο έκοβαν την ημέρα των Φώτων. Εξάλλου, όποιος ήθελε να κάνει μπάνιο ή να πλύνει ρούχα κατά τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου έπρεπε να βάλει στο νερό ένα κλωνάρι βασιλικό, γιατί το νερό δεν είχε ακόμη αγιασθεί, έθιμο που τηρείται μέχρι και σήμερα από πολλούς.